Απορρύθμιση εργασίας στις πλάτες των εργαζομένων

403

Της Νάτιας Κυρίτση,

Ε.Γ. ΣΕΓΔΑΜΕΛΙΝ-ΠΕΟ Λάρνακας

Τα τελευταία χρόνια,  στα πλαίσια της νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης η οποία επιχειρείται να επιβληθεί στην οικονομία και την κοινωνία μας, η ανάθεση υπηρεσιών (outsourcing) και η μεταβίβαση επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων (γνωστή ως μεταφορά εργασιών) εξαπλώνεται ραγδαία.

Η ανάθεση υπηρεσιών αποτελεί για τους εργοδότες προσφιλή πλέον μέθοδο για μείωση του εργατικού κόστους με προφανή στόχο τη διατήρηση ή και την αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου τους όταν αυτή, λόγω του ανταγωνισμού θεωρούν ότι πλέον δεν τους ικανοποίει.

Στην ανάθεση υπηρεσιών εργαζόμενοι με σταθερή και ρυθμισμένη με Συλλογική Σύμβαση εργασία, χάνουν την εργασία τους και η εταιρεία απαλλάσσεται από το κόστος αυτών των εργαζόμενων. Την εργασία τους όμως αναλαμβάνουν συνήθως υπεργολάβοι, οι οποίοι εργοδοτούν εργαζόμενους, με χαμηλότερους μισθούς και ανύπαρκτα εργασιακά ωφελήματα (π.χ. ταμείο προνοίας, ταμείο αδειών, αποζημίωση υπερωριακής απασχόλησης). Με αυτόν τον τρόπο υποσκάπτεται η σταθερή και ρυθμισμένη εργασία, ακυρώνονται οι κατακτήσεις των εργαζομένων για τις οποίες πιθανόν να αγωνίστηκαν πάνω από τρεις ή τέσσερεις γενιές για να τις δημιουργήσουν και οι συνθήκες εργοδότησης επανέρχονται σε απαράδεχτα επίπεδα.

Η άλλη μέθοδος αντικατάστασης εργαζομένων με αξιοπρεπείς, ρυθμισμένους όρους απασχόλησης με ευάλωτους εργαζόμενους με απαράδεχτους όρους εργοδότησης, είναι οι απολύσεις που επιχειρούνται κατά τη διάρκεια μεταβίβασης επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων,  δρώσας οικονομικής μονάδας ή τμήματος της σε μια άλλη οικονομική οντότητα (π.χ. μεταφορά εργασιών στις δημόσιες αστικές συγκοινωνίες, μεταφορά εργασιών υγραερίου).

Η μεταβίβαση επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων (μεταφορά εργασιών) διέπεται από τον Περί της διατήρησης και διασφάλισης των δικαιωμάτων των εργοδοτουμένων κατά τη μεταβίβαση επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων επιχειρήσεων ή εγκαταστάσεων, Νόμος του 2000 (104(Ι)/2000). Παρ’ ότι ο νόμος έγινε για να προστατεύει τα δικαιώματα του εργαζόμενου και να καθορίζει τις υποχρεώσεις του εργοδότη, η πραγματικότητα είναι πως ηθελημένα οι εταιρίες τον παραγνωρίζουν.

Η πιθανή απώλεια εργασίας με οικονομικές και κοινωνικές προεκτάσεις τόσο στον ίδιο τον εργαζόμενο όσο και στην οικογένειά του, τον καθιστά αυτόματα ευάλωτο και αδύνατο έναντι του εργοδότη. Με απλά λόγια ο εργαζόμενος λόγω φόβου γίνεται έρμαιο στα χέρια του εργοδότη του. Πολλοί εργαζόμενοι κάτω από αυτές τις συνθήκες αποδέχονται «προτάσεις» του εργοδότη τους για υποβολή παραίτησης τους και επαναπρόσληψη τους με κατώτερους όρους εργασίας.

Για να γίνουμε πιο εύκολα κατανοητοί, δίνουμε ένα παράδειγμα που είναι αυτή την περίοδο σε εξέλιξη. Η διαδικασία μεταφοράς των εργασιών αποθήκευσης, εμφιάλωσης και διανομής υγραερίου στις νέες εγκαταστάσεις που έγιναν γι’ αυτό το σκοπό στην περιοχή του Βασιλικού και μάλιστα με κρατικές «βοήθειες» και επιχορηγήσεις. Οι εργαζόμενοι στην περιοχή της Λάρνακας βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε μεγάλη αναστάτωση και αγωνία, γιατί κυκλοφορούν σενάρια -τα οποία δυστυχώς δεν διαψεύδονται- που παραπέμπουν σε υποβάθμιση των όρων εργοδότησης και  καταστρατήγηση των Συλλογικών Συμβάσεων μέσα από την χρησιμοποίηση πρακτικών όπως η ανάθεση (outsourcing) και η μεταφορά εργασιών. Και αυτό παρά το γεγονός ότι ακόμα και νομικές γνωματεύσεις που οι ίδιοι έχουν ζητήσει, συνηγορούν ότι κάτι τέτοιο όχι μόνο δεν θα ήταν συνδικαλιστικά αποδεχτό αλλά δεν θα ήταν ούτε και νόμιμο.

Είναι πολύ καλά γνωστό πως το εργασιακό σύστημα στην Κύπρο είναι τριμερές και βασίζεται στις Συλλογικές διαπραγματεύσεις μεταξύ των Συνδικαλιστικών Οργανώσεων και των Εργοδοτικών Οργανώσεων, με το Κράτος στο ρόλο του μεσολαβητή και εγγυητή της νομιμότητας και της τήρησης του Κώδικα Βιομηχανικών Σχέσεων. Συνεπώς κάθε πλευρά, εκ των τριών, έχει να διαδραματίσει το δικό της ρόλο.

Κατά την άποψη μας ο ρόλος του Κράτους, οφείλει να είναι ξεκάθαρος και αποφασιστικός. Στις σημερινές κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, δεν μπορεί να είναι αποδεκτά φαινόμενα απορρύθμισης της εργασίας, παραβίασης των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και αμφισβήτησης της νομιμότητας. Αναμένουμε από το Κράτος να είναι αρωγός στην προστασία του εργαζόμενου, του αδύνατου.  

Το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα της ΠΕΟ ήταν πάντα ξεκάθαρο ως προς το χειρισμό αυτών των θεμάτων.  Ούτε η ανάθεση υπηρεσιών σε τρίτους, ούτε οι απολύσεις κι ο εκβιασμός εργαζόμενων κατά τη μεταβίβαση επιχειρήσεων,  για αλλαγή του εργασιακού τους καθεστώτος μπορεί να γίνει αποδεκτή πρακτική.

Μεθοδεύσεις και αυθαιρεσίες που υπονομεύουν τις εργασιακές σχέσεις και παίρνουν χρόνια πίσω τα εργασιακά ζητήματα της χώρας μας δεν υπάρχει περίπτωση να γίνουν αποδεκτές. Αυτό πρέπει να το έχουν υπόψιν τους και οι Εργοδοτικές Οργανώσεις αλλά και η Κυβέρνηση. Η εργασιακή ειρήνη δεν είναι μονόδρομος.