Επιστημονική Ημερίδα για τις απεργίες του 1948 και την ιστορία των εργατικών αγώνων

223

Η ΠΕΟ, οι Λαϊκές Οργανώσεις Πελεντριού, Αμιάντου, Κυπερούντας, Κοιλανίου και Αγρού, σε συνεργασία με το Τμήμα Ιστορίας, Πολιτικής και Διεθνών Σπουδών του  Πανεπιστημίου «Νεάπολις», πραγματοποίησαν επιστημονική ημερίδα με τίτλο: «Πάλη για το ψωμί, οι  απεργίες του 1948. Η καταγραφή της ιστορίας των εργατικών αγώνων» στο κινηματοθέατρο Όλυμπος Πελεντρίου.

Στην Ημερίδα ομιλητές ήταν η Γ.Γ. της ΠΕΟ Σωτηρούλα Χαραλάμπους, η υποψήφια διδάκτωρ ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας Μαίρη Αντωνίου, ο ιστορικός Αλέξης Αλέκου και ο λέκτορας νεότερης και σύγχρονης ιστορίας Κυριάκος Ιακωβίδης. Χαιρετισμό εκ μέρους των Λαϊκών Οργανώσεων απηύθυνε ο Βάσος Παφίτης ενώ παρέμβαση έκανε ο Σωτήρης Σωκράτους, απόμαχος αμιαντωρύχος, ο οποίος έκανε ένα οδοιπορικό στους αγώνες.

Οι ομιλητές ανέλυσαν και επεξήγησαν το πολιτικό περιβάλλον του 1948, τις εργασιακές συνθήκες, τις συνθήκες εκδήλωσης των απεργιών και τον αγώνα των απεργών.

Η ημερίδα αποτελεί μέρος της ευρύτερης προσπάθειας συλλογής στοιχείων, καταγραφής, ανάλυσης και παρουσίασης των απεργιών του 1948 και σκοπός της ήταν η όσο το δυνατό πιο πιστή αναπαράσταση του κλίματος της εποχής, η αναζήτηση της αλήθειας και η ερμηνεία των γεγονότων.

Σ. Χαραλάμπους: Οι αγώνες της ΠΕΟ το 1948 ως ορόσημο στην αναγνώριση του δικαιώματος της οργάνωσης

Η Γ.Γ. της ΠΕΟ Σωτηρούλα Χαραλάμπους αναφέρθηκε στους «αγώνες της ΠΕΟ το 1948 ως ορόσημο στην αναγνώριση του δικαιώματος της οργάνωσης»

Όπως είπε, στα 81 χρόνια πορείας της ΠΣΕ-ΠΕΟ, το έτος 1948 είναι η χρονιά που χαράκτηκε στη μνήμη, την ιστορία και την συνείδηση ως η πιο έντονη, οξεία χρονιά αγώνων  για την εδραίωση του δικαιώματος στην οργάνωση και της ρύθμισης των όρων απασχόλησης με συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Από τις 365 μέρες του χρόνου, η απεργία διήρκησε 266 μέρες με 4300 απεργούς στις οικοδομές, στα μεταλλεία χαλκού και αμιάντου, 150 απεργούς καταδικασμένους σε φυλακίσεις από 2 μήνες ως 2 χρόνια και πολλούς εργάτες απεργούς τραυματισμένους από τις επιθέσεις στο ψαχνό της αποικιοκρατικής αστυνομίας.

«Συνασπισμένοι και ενωμένοι πολεμούσαν με κάθε τρόπο την ταξική αφύπνιση των εργατών και τη δημιουργία μιας μαζικής μαχητικής οργάνωσης των εργατών(…) Η ίδρυση της ΠΣΕ το 1941 η οποία συνένωσε κάτω από την σκέπη της τις συντεχνίες που εγγράφηκαν με τον Περί Συντεχνιών Νόμο κάτω από  μια ενιαία καθοδήγηση ήταν καθοριστικό σημείο στην ενδυνάμωση του αγώνα για το δικαίωμα στην οργάνωση.

Σ’αυτό τον αγώνα οι συνειδητοποιημένοι εργάτες είχαν σταθερό σύμμαχο και συνοδοιπόρο το ΑΚΕΛ, το οποίο με την ίδρυση του έδωσε μαζικότητα, νέα ώθηση και προοπτική στους αγώνες των εργαζομένων και των πλατιών λαϊκών μαζών  για ισότητα και κοινωνική δικαιοσύνη.

Οι συνθήκες της εποχής δημιούργησαν το πρόσφορο υπόβαθρο για τον αγώνα για βελτίωση των μισθών και όρων απασχόλησης, για κοινωνική ασφάλιση, για μέτρα προστασίας των εργαζομένων από τα ατυχήματα και την ανθυγιεινή εργασία. Στον αγώνα του 1948 ο αγώνας για εργασία με δικαιώματα συνυπήρχε με τον αγώνα για το δικαίωμα στην οργάνωση(…)

Η απεργοσπασία ήταν το πιο μελανό σημείο αυτού του ιστορικού αγώνα, ένα σημείο που χάραξε ανεξίτηλη την μνήμη όσων έζησαν τα γεγονότα και που τίποτα και κανένα μνημείο δεν μπορεί να ξεπλύνει», είπε η Γ.Γ. της ΠΕΟ. Όπως επεσήμανε, στρεφόμαστε και θα στρεφόμαστε πάντοτε με απέραντο σεβασμό και ευγνωμοσύνη στους πρωτοπόρους αγωνιστές του 1948 γιατί είναι πάνω στους δικούς τους αγώνες που θεμελιώθηκε το δικαίωμα στην οργάνωση και τη συλλογική σύμβαση.

Σήμερα 81 χρόνια μετά, η υπόμνηση του μεγαλείου εκείνου του αγώνα έχει ιστορική σημασία αλλά αντικατοπτρίζει και τις πραγματικότητες του σήμερα: «Δυστυχώς εν έτη 2022 χρειάζεται να παλεύουμε για το αυτονόητο, για το δικαίωμα στην οργάνωση και την συλλογική σύμβαση. Οι απανωτές κρίσεις που κτύπησαν τους εργαζόμενους τα τελευταία χρόνια, ο φόβος και η ανασφάλεια που  καλλιεργήθηκε ανάμεσα στους εργαζόμενους, η επιβολή των προσωπικών συμβολαίων, η παραβίαση των συλλογικών συμβάσεων οδήγησαν σε υπόσκαψη του δικαιώματος στην  οργάνωση και σε διάβρωση του ρόλου και της εμβέλειας των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας.

Η ισορροπία δυνάμεων ανατράπηκε δραματικά σε βάρος της εργασίας και είναι για αυτό που η ΠΕΟ εδώ και χρόνια απαίτησε από την πολιτεία εισαγωγή μέτρων που να επαναρυθμίζουν την εργασία, να δημιουργούν πλαίσιο αξιοπρεπούς εργασίας με δικαιώματα για όλους τους εργαζόμενους.

Σ’αυτή μας την απαίτηση η απάντηση της κυβέρνησης με τις αποφάσεις που  έλαβε πρόσφατα για τον κατώτατο μισθό με αυτά που άφησε έξω και αρρύθμιστα επιβεβαίωσε για ακόμη μια φορά ότι η πλάστιγγα της γέρνει πάντα προς τους μεγάλους εργοδότες και μάλιστα προς εκείνη την μερίδα εργοδοτών που εφαρμόζουν τις πιο αντεργατικές πρακτικές.

Ο αγώνας μας  για επαναρρύθμιση των εργασιακών δικαιωμάτων, για αξιοπρεπή κατώτατο μισθό και βασικά εργασιακά δικαιώματα για κάθε εργαζόμενο ανεξάρτητα από φύλο και φυλή, ο αγώνας για σεβασμό και εφαρμογή των συλλογικών συμβάσεων και για νομικές ρυθμίσεις που να υποχρεώνουν τους εργοδότες να εφαρμόζουν τους βασικούς όρους των συλλογικών συμβάσεων για όλους τους εργαζομένους των  κλάδων που αυτές αφορούν δεν είναι τίποτα άλλο από συνέχεια εκείνων που διεκδικήσαν οι αγωνιστές του 1948», είπε.

Α. Αλέκου: Το ιστορικό και πολιτικό πλαίσιο των ταξικών αγώνων του 1948

Ο Αλέξης Αλέκου, ιστορικός και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου Ερευνών Προμηθέας ανέλυσε στην ομιλία του το «ιστορικό και πολιτικό πλαίσιο των ταξικών αγώνων του 1948» και επικεντρώθηκε ιδιαίτερα στην κατάσταση που επικρατούσε στην Κύπρο λίγα χρόνια πριν από τις απεργίες, τις συνθήκες μέσα στις οποίες έγιναν οι απεργίες, τις δυσκολίες, τους διωγμούς και την κορύφωση της ταξικής σύγκρουσης.

Ξεκίνησε αναφερόμενος στον Μάιο του 1945 όπου οι  δυνάμεις ασφαλείας της αποικίας επέδραμαν στα οικήματα της ΠΣΕ σε όλη την Κύπρο, κατάσχεσαν όλα τα έγγραφα των Συντεχνιών και συνέλαβαν την ηγεσία της οργάνωσης με την κατηγορία της ανατρεπτικής και αντικυβερνητικής δραστηριότητας.Δε­καοκτώ στελέχη της Συντεχνίας είχαν προσαχθεί σε δίκη. Οι συντηρητικές δυνάμεις στην Κύπρο επικρότησαν την επίθεση ενάντια στις συντεχνίες. Τα στελέχη της ΠΣΕ, στις 21 Ιανουαρίου 1946, καταδικάστηκαν σε ποινές φυ­λάκισης που κυμαίνονταν μεταξύ δεκαοκτώ μηνών και δύο ετών και η ίδια η ΠΣΕ κηρύχθηκε παράνομη και διαλύθηκε.

Σε σύντομο χρο­νικό διάστημα, στις 30-31 Μαρτίου 1946, συστάθηκε η ΠΕΟ ως διάδοχο σχήμα της ΠΣΕ, από Συντεχνιακά στελέχη τα οποία είχαν μείνει έξω από τις φυλακές (…) Παράλληλα, ήταν η περίοδος κατά την οποία το ΑΚΕΛ ανέβαινε σε μαζικότητα, κέρδιζε εκλογικά (θυμίζω τις δημοτικές εκλογές του 1943 αλλά και κυρίως αυτές του 1946) και παράλληλα οι ζυμώσεις στο εργατικό κίνημα ήταν τέτοιες που παρά τις διώξεις από τους Βρετανούς, ενδυνάμωναν ακόμα περισσότερο την Αριστερά. 

Συνεχίζοντας ο Α. Αλέκου αναφέρθηκε στον εμφύλιο στην Ελλάδα και το πώς αυτός επηρέασε την Κύπρο.

Ολοκληρώνοντας την ομιλία του επεσήμανε πως σε καμία άλλη περίπτωση η ταξική πάλη δεν είχε διεξαχθεί με τόση ένταση και πείσμα, και δεν είχε ποτέ αποκτήσει τόσο έντο­να πολιτικό χαρακτήρα όσο στην περίοδο των απεργιών του ‘48 και ιδιαίτερα στην περίπτωση της απεργίας των οικοδόμων. «Ο βασικός παράγοντας που οδήγησε την «Χ» να δραστηριοποιηθεί στην Κύπρο και να εμπλακεί σε τόσο μεγάλο βαθμό σε αυτή την απεργία, ήταν ο ταξικός προσανατολισμός της. Επιστρατεύοντας τον τύπο, ακόμα και στην Ελλάδα, η «Χ» επιχείρησε να ασκήσει ψυχολογικό πόλεμο και να δημιουργήσει μια διαφορετική εικόνα. Σε ανταπόκριση της από την Κύπρο η ‘Εφημερίς των Χιτών’ έδινε μια σχετικά αισιόδοξη -για τους εργοδότες- εικόνα των προοπτικών της σύγκρουσης. Και η εκκλησία ακόμα δεν θα μπορούσε να μείνει αμέτοχη. Η απαίτηση της ΚΜΕ να επιστρέψουν οι εργάτες στις εργασίες τους υιοθετήθηκε από το εκφραστικό όργανο της Μητρόπολης Κερύνειας και γενικότερα από το δεξιό τύπο της εποχής. Η παρέμβαση της Εκκλησίας έγινε ακόμα πιο ξεκάθαρη όταν στις 20 Μαρτίου 1948 εξέδωσε εγκύκλιο με την οποία παρότρυνε τους απεργούς να επιστρέψουν στις εργασίες τους και να μην παρασύρονται από τους «ανίερους κομμουνιστάς».

Αυτό λοιπόν ήταν το πολιτικό τοπίο, το κλίμα της εποχής. Μέσα σε συνθήκες εξαιρετικά αρνητικές για το λαϊκό κίνημα γενικότερα, με διώξεις από τους Βρετανούς, με την εργοδοσία να χρησιμοποιεί όλα τα μέσα για να κάμψει το ηθικό των απεργών, με την Εκκλησία να χρησιμοποιεί τον άμβωνα σε κάθε χωριό και σε κάθε γειτονιά με σταθερό ακροατήριο, με ότι πιο ακροδεξιό μπορούσε να επιστρατευτεί εκείνη την εποχή, τους Χίτες και την αστυνομία, οι απεργοί έκαναν την θεωρία πράξη και επέλεξαν τον αγώνα μέχρι τέλους. Και κέρδισαν. Αυτοί όμως που κέρδισαν περισσότερα, δεν ήταν οι απεργοί και τα ημερομίσθια που πήραν, αλλά οι επόμενες γενιές, κυρίως όμως κέρδισε το συνδικαλιστικό κίνημα ειδικότερα και το λαϊκό κίνημα γενικότερα. Διότι όταν λέμε ότι οι ρίζες μας είναι βαθιές, κάπου εκεί συναντάμε την αρχή, στους πρωτοπόρους. Και για να έχουμε σήμερα αυτό το δέντρο που λέγεται ισχυρό ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα, κάποιοι το πότισαν με αίμα και αγώνες».

Μ. Αντωνίου: Οι απεργιακές κινητοποιήσεις στη δεκαετία του ’40 με την οπτική του τύπου

Η υποψήφια Διδάκτωρ Ιστορίας του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, Μαίρη Αντωνίου στην δική της ομιλία αναφέρθηκε στις «απεργιακές κινητοποιήσεις της δεκαετίας του ’40 με την οπτική του τύπου». Χαρακτήρισε την περίοδο εκείνη ως μια πολυτάραχη με έντονες συγκρούσεις τόσο σε τοπικό, όσο και σε ευρωπαϊκό, αλλά και παγκόσμιο επίπεδο. Μέσα από την παρουσίασή της εξέτασε το πώς ο τύπος της δεκαετίας του ‘40 αντιμετωπίζει το θέμα των απεργιών, αν δηλαδή τηρείται μια ενιαία στάση ή αν διαφοροποιείται αναλόγως του ιδιοκτησιακού καθεστώτος και των πολιτικών πεποιθήσεων. Επομένως, εξέτασε ποιος είναι ο ιδιοκτήτης της κάθε εφημερίδας που εξετάστηκε και με ποιους συνδέεται, πού τοποθετείται ιδεολογικά, ποια στάση τηρεί έναντι της βρετανικής διοίκησης, καθώς επίσης και του εθνικού ζητήματος.

Για την μελέτη που παρουσίασε συλλέχθηκαν 97 άρθρα σχετικά με τις απεργιακές κινητοποιήσεις της δεκαετίας του 1940, εκ των οποίων τα 32 από την εφημερίδα «Ανεξάρτητος», 19 από την «Ελευθερία», 32 από το «Δημοκράτη» και 14 από το «Έθνος». Από την μελέτη, η Μ. Αντωνίου εξήγαγε το συμπέρασμα πως από την πυκνότητα των άρθρων σχετικά με τις απεργιακές κινητοποιήσεις, μπορούμε να καταγράψουμε το πόσο επισταμένα ασχολήθηκε η κάθε εφημερίδα με το φαινόμενο. «Ως εκ τούτου, αβίαστα προκύπτει το συμπέρασμα ότι ο «Ανεξάρτητος», σε σχέση με την «Ελευθερία», ‘ασχολήθηκε’ πολύ περισσότερο με το θέμα των απεργιών, και συνακόλουθα τις ενθάρρυνε, αφού για την εφημερίδα «Ανεξάρτητος» καταγράψαμε 2193 σχετικά άρθρα, ενώ για την εφημερίδα «Ελευθερία» 781 στην αντίστοιχη περίοδο που αναφέραμε προηγουμένως. Αξίζει να σημειωθεί, ότι στους πιο πάνω αριθμούς περιλαμβάνονται και άρθρα που αφορούν απεργιακές κινητοποιήσεις στο εξωτερικό, αλλά η μεγάλη διαφορά στους δύο αριθμούς δεν αφήνει περιθώριο αμφισβήτησης. Η παρατήρηση αυτή δεν μας ξενίζει -πόσο μάλλον- μας φαίνεται πολύ λογική, μιας και ο «Ανεξάρτητος» συμβάδιζε με τις γραμμές της Αριστεράς, και αφιέρωνε πολύ περισσότερη έκταση σε ζητήματα που αφορούσαν την εργατική τάξη. Στις εφημερίδες «Δημοκράτης» και «Έθνος» ο αριθμός των άρθρων υπήρξε πανομοιότυπος, γεγονός που φανερώνει τον ανταγωνισμό των δύο -αλλά και κατ’ επέκταση της παράταξης που εξέφραζαν- για το ποιος θα υπερίσχυε έναντι του άλλου σε απήχηση, ανάμεσα στα λαϊκά στρώματα, αλλά και στην κυπριακή κοινωνία ευρύτερα (…) Στην εφημερίδα «Ανεξάρτητος», παρότι «μη κομματική», παρατηρούμε να παίρνουν βήμα έκφρασης ηγέτες του λαϊκού κινήματος, όπως ο  Ανδρέας Φάντης, ο Πλουτής Σέρβας, ο Εζεκίας Παπαϊωάννου κ.α., ενώ  παρατηρήσαμε να δημοσιεύονται και αυτούσιες ανακοινώσεις του ΑΚΕΛ πριν από την κυκλοφορία του «Δημοκράτη». Αντίστοιχες ανακοινώσεις του Κυπριακού Εθνικού Κόμματος δημοσιεύονται και στην «Ελευθερία», όπως και άρθρα του Θεμιστοκλή Δέρβη.

Η εφημερίδα «Ελευθερία» εκ πρώτης όψεως, δεν τάσσεται ανοικτά ενάντια στους απεργιακούς αγώνες, αλλά συχνά δημοσιεύονται άρθρα που καλούν τις επηρεαζόμενες πλευρές να προσπαθήσουν εκατέρωθεν για αποφυγή μιας απεργίας χαρακτηρίζοντάς την ως «ανωμαλία». Παρόμοιας φύσης άρθρα εντοπίσαμε και τα επόμενα χρόνια, ενώ παρόμοιο λεκτικό χρησιμοποιείται και από την Εκκλησία.  Επιπρόσθετα, από της στήλες της «Ελευθερίας» δημοσιεύονται προτροπές προς την αποικιακή κυβέρνηση, ώστε να ψηφισθεί εργατική νομοθεσία που να ρυθμίζει το θέμα των απεργιών, εννοώντας σαφώς την απαγόρευσή της. Πέρα από τις εφημερίδες που εξετάσθηκαν, έχει έρθει στην αντίληψή μας και μέρος του τύπου που καταφέρεται απροκάλυπτα ενάντια στις απεργίες και πρόσκειται σε εκκλησιαστικούς κύκλους, όπως για παράδειγμα η εφημερίδα επονομαζόμενη «Εφημερίς», η οποία αποτέλεσε εκφραστικό όργανο της Μητρόπολης Κυρηνείας και εν έτει 1948, οπότε λάμβαναν χώρα οι απεργίες των μεταλλωρύχων, καλούσε το λαό να «κλωτσοκοπήσει τους απεργούς». Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι έγινε προσπάθεια δαιμονοποίησης των «κομμουνιστών απεργών» από την Εκκλησία, υποκινούμενη από το φόβο της κομμουνιστικής εξάπλωσης που κυριαρχούσε στους κύκλους της θρησκείας -και όχι μόνο- την περίοδο που εξετάζουμε. Παρόλα αυτά όμως, δε φαίνεται να επηρεάστηκαν οι εργάτες από τα καλέσματα για μη συμμετοχή σε απεργίες -και αν επηρεάστηκαν- αυτό έγινε σε πολύ μικρό βαθμό, γεγονός που επιβεβαιώνεται από την ίδρυση της Συνομοσπονδίας Εργατών Κύπρου (ΣΕΚ) από άλλοτε φιλοκυβερνητικούς κύκλους. Η ευρεία απήχηση που είχαν στο λαό οι απεργίες κατέστησε δεδομένη την ανάγκη για να παρθούν τα ηνία από τις συντεχνίες που υπάγονταν στην Παγκύπρια Εργατική Ομοσπονδία (ΠΕΟ) και άλλος τρόπος δεν υπήρχε, εκτός από την ενσάρκωση του «αντίπαλου δέους». Έτσι, μη μπορώντας αλλιώς και θέλοντας, η δεξιά παράταξη, να μετριάσει την απήχηση της Αριστεράς και του ΑΚΕΛ στην κυπριακή κοινωνία, πρωτοστατεί στην ίδρυση το 1943 των λεγόμενων «Νέων Συντεχνιών», οι οποίες συγκρότησαν τον Οκτώβρη του 44, την ΣΕΚ».

Κ. Ιακωβίδης: Πρώτες απεργιακές κινητοποιήσεις στον Αμίαντο. Η απεργία του 1929

Ο λέκτορας νεότερης και σύγχρονης ιστορίας στο Πανεπιστήμιο «Νεάπολις» Κυριάκος Ιακωβίδης κατέθεσε στην Ημερίδα ομιλία σχετικά με τις «πρώτες απεργιακές κινητοποιήσεις στον Αμίαντο, την απεργία του 1929».

Εξιστορώντας τα γεγονότα του 1929 αναφέρθηκε στην ομάδα των 200ων περίπου εργαζομένων στο μεταλλείο Αμιάντου που εγκατέλειψαν τις εργασίες τους, αναποδογύρισαν τα βαγόνια του μεταλλείου και παρακίνησαν εργάτες να προσέλθουν σε συγκέντρωση έξω από τα γραφεία της διοίκησης με σκοπό να διατυπώσουν τα αιτήματά τους: 8ωρο εργασίας, αύξηση μισθού και το δικαίωμα να φέρνουν ψωμί απ΄ έξω (η ιδιοκτήτρια εταιρεία του μεταλλείου απαγόρευε στους εργάτες να φέρνουν ψωμί απ΄ έξω εξαναγκάζοντάς τους να αγοράζουν ψωμί από το αρτοποιείο της εταιρείας).  Τότε η εταιρεία ζήτησε από την βρετανική διοίκηση την αποστολή αστυνομικής δύναμης και μέχρι το βράδυ καταστάληκαν οι κινητοποιήσεις επαναφέροντας την ηρεμία. Οι πρωταίτιοι της εξέγερσης αρχικά διέφυγαν προς τις Πλάτρες, γρήγορα όμως συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν στο αγροτικό δικαστήριο. Χωρίς χρονοτριβή, μέσα σε διάστημα λίγων ημερών, οι δικαστικές αρχές δίκασαν και καταδίκασαν τους συμμετέχοντας στις αναταραχές- συνολικά πενήντα άτομα οδηγήθηκαν στο δικαστήριο. Η απεργία δεν ήταν καθολική, ούτε καν απέργησε η πλειοψηφία των εργατών και διήρκησε μερικές ώρες, ήταν ανοργάνωτη, ωστόσο προκάλεσε αναστάτωση στη διευθύνουσα εταιρεία του μεταλλείου καθότι  δεν ήταν συνηθισμένοι σε τέτοιες αντιδράσεις. Η απεργία του 1929 ήταν από τις πρώτες απεργιακές κινητοποιήσεις στο μεταλλείο Αμιάντου και γενικότερα στην ιστορία των μεταλλωρύχων της Κύπρου.

Το 1929  ένας εργάτης στα μεταλλεία αμειβόταν περίπου 18 γρόσια την ημέρα, κοντά στο 1/5  της λίρας. Αντιπαραβολικά,  ένας  εργάτης σε δημόσια έργα, καταρτισμένος, έπαιρνε 15 γρόσια την ημέρα.  Σύμφωνα με υπολογισμούς, το κόστος ζωής ενός αγρότη το 1929, και της οικογένειας του, ήταν  περίπου 40 λίρες το χρόνο και ο μισθός του μεταλλείου  περίπου 44  λίρες, άρα, θεωρητικά, έστω και  οριακά, ο μισθός του μεταλλωρύχου ήταν ικανοποιητικός. Ωστόσο, παρά τους σχετικά ικανοποιητικούς μισθούς η ιδιοκτήτρια του μεταλλείου, η αγγλοδανέζικη εταιρεία Cyprus Asbestos Mines Ltd, με διάφορες πρακτικές   μείωνε τον μισθό του μεταλλωρύχου- πρακτικά, στα χαρτιά ο μεταλλωρύχος έπαιρνε 18 γρόσια στην πραγματικότητα- λόγω των περικοπών- έπαιρνε πολύ λιγότερα (π.χ. η αγορά του ψωμιού μέσα από το μεταλλείο που ήταν πιο ακριβό από ότι ήταν από έξω).

Το ζήτημα της μείωσης των ωρών εργασίας έπεσε επίσης σε κουφά αυτιά. Αν και σύμφωνα με την εργατική νομοθεσία  το ανώτατο όριο εργασίας στα μεταλλεία ήταν 10 ώρες, η εταιρεία – εκμεταλλευόμενη κάποια  παραθυράκια του εν λόγω νόμου- υποχρέωνε τους εργάτες να δουλεύουν από την Ανατολή μέχρι την Δύση-«γέννημα-βούττημα του ήλιου». Από τις  6 το πρωί μέχρι τις 7 το βράδυ, με μία ώρα διάλειμμα το μεσημέρι. Ακόμη όμως και να αντιδρούσαν οι εργάτες στην παραβίαση του ωραρίου, δεν είχαν Συντεχνία να τους στηρίξει σε τυχόν διαμαρτυρία, έτσι ήταν έρμαια των αποφάσεων της εταιρείας. Αν κάποιος τολμηρός εργάτης  τολμούσε να δημοσιοποιήσει τα παράπονά του  στον Τύπο η Εταιρεία τον έδιωχνε.

Η  Εταιρεία συμπεριφερόταν στους εργάτες σαν να ήταν  ιδιοκτησία τους. Ενδεικτικά, μόνο και μόνο η υποψία   ότι ένας εργάτης κακολογούσε την εταιρεία ή ήταν ενταγμένος στο Κομμουνιστικό Κόμμα ή απλά ήταν συμπαθών του κομμουνισμού, τα τρία θανάσιμα αμαρτήματα, τον έδιωχναν, όχι μόνο από τη δουλειά, αλλά από την περιοχή του Αμιάντου αφού οι περισσότεροι εργάτες ζούσαν σε σπιτάκια που τους παρείχε η εταιρεία. Η Εταιρεία σκοπίμως- προκειμένου να αποκρύψει την κακομεταχείριση των εργατών- κατήγγειλε στη βρετανική διοίκηση την απεργία ως έργο των κομμουνιστών, δυσφημίζοντας τα αιτήματά τους.

Σ. Σωκράτους: Οδοιπορικό των αγώνων των αμιαντωρύχων

Όπως προαναφέρθηκε, η απόμαχος αμιαντωρύχος Σωτήρης Σωκράτους που εργάστηκε για 12 χρόνια στο Μεταλλείο του Αμίαντου (1977-1988) έκανε παρέμβαση στην Ημερίδα με ένα «οδοιπορικό των αγώνων των αμιαντωρύχων».

Ο Σ. Σωκράτους, είπε μεταξύ άλλων: Ο κεντρικότερος σταθμός των αγώνων των αμιαντωρύχων θεωρείται εκείνος του 1948, μέσα από τον οποίο κατεγράφησαν πράξεις αυτοθυσίας και αυταπάρνησης από τους εργαζομένους μέσα σε συνθήκες στέρησης, κατατρεγμών, διακρίσεων και καταπίεσης από το κατεστημένο της τότε εταιρείας Αμίαντου.

Οι πρωτεργάτες Απόστολος Ποδινάς από το Παλαιχώρι, Δημήτρης Αυγουστής από τον Κάτω Αμίαντο, Στέλιος Κυπριανού, Αντώνης Λουκά και Κυριάκος και Στέλιος Θωμά από το Πελέντρι καθώς και άλλα δραστήρια στελέχη υπό την καθοδήγηση του τότε δυναμικού Γραμματέα της Συντεχνίας Αμιαντωρύχων Χριστοφή Λασέττα, είχαν σηκώσει το βάρος του απεργιακού αγώνα του’ 48, ο οποίος δικαίως θεωρείται ως η ηρωικότερη περίοδος της ιστορίας του μεταλλείου.

Σημαντικό σταθμό όμως για τους εργαζομένους στο μεταλλείο  αποτέλεσε η ίδρυση του πρώτου παραρτήματος της ΠΕΟ στον Αμίαντο το 1943, ενώ το 1948 ιδρύεται και το παράρτημα της η ΣΕΚ, με την ΠΕΟ να εξακολουθεί, βεβαίως, να εκπροσωπεί την μεγάλη πλειοψηφία των εργατών. Για αρκετά χρόνια οι δύο συντεχνίες Αμιάντου, η ΠΕΟ, (γνωστή ως η Παλιά Συντεχνία) και η ΣΕΚ (ως η νέα συντεχνία), υπέβαλλαν ξεχωριστά αιτήματα η κάθε μια και στα πλαίσια εκείνης της πρακτικής,  τον Ιούνιο του ‘48, η ΠΕΟ  υπέβαλε δικά της αιτήματα για αυξήσεις στα ημερομίσθια και άλλα ωφελήματα τα οποία είχαν απορριφθεί από την εταιρεία. Ακολούθησαν οι εκλογές για  την ανάδειξη της Επιτροπής του Ταμείου Ιατρικής Περίθαλψης και εκλέγηκαν όλοι οι υποψήφιοι αντιπρόσωποι που είχαν υποδειχθεί από την ΠΕΟ. Η Διεύθυνση της εταιρείας όμως ενοχλημένη από εκείνη την εξέλιξη προχώρησε στην απόλυση 15 εργατών, στελεχών της συντεχνίας ενώ προειδοποίησε για απόλυση άλλες 150 εργάτριες και στην συνέχεια,  εξόρισε από την περιοχή Αμιάντου τον Γραμματέα της Συντεχνία, Χριστοφή Λασέττα. Μέσα σ’ εκείνο το φορτισμένο κλίμα, την Δευτέρα 2 Αυγούστου, κηρύχθηκε η μεγάλη απεργία, η οποία προοριζόταν αρχικά, ως 24ωρη αλλά διήρκησε τελικά 29 ολόκληρες μέρες, μέχρι τις 30 Αυγούστου. Μακρύς ο κατάλογος των απεργών, μεταξύ των οποίων και Τουρκοκύπριοι, παρά τις αγωνιώδεις προσπάθειες της εταιρείας να επιστρατεύσει απεργοσπάστες. Με το άκουσμα της είδησης για την απεργία στον Αμίαντο, η εργατική τάξη ολόκληρης της Κύπρου  κινητοποιήθηκε για συμπαράσταση προς τους απεργούς αμιαντωρύχος, ενώ διεξάγονταν έρανοι σε όλες τις πόλεις της Κύπρου για οικονομική στήριξη των απεργών. Έγιναν συγκεντρώσεις και πορείες διαμαρτυρίας και η συμπαράσταση προς τους απεργούς κλιμακώθηκε με την κήρυξη     Παγκύπριας 24ώρης Παναπεργίας. Στις δραματικές εκείνες ημέρες της απεργίας, πολύ σημαντικός υπήρξε  ο ρόλος των γυναικών που με αυταπάρνηση και ηρωισμό συμμετείχαν ενεργά στην απεργία και στις διάφορες άλλες κινητοποιήσεις.  Στις 26 Αυγούστου η εταιρεία αναγκάστηκε να ικανοποιήσει αρκετά από τα αιτήματα της Συντεχνίας, και η απεργία έληξε στις 30 Αυγούστου. Με την λήξη της απεργίας, όμως, η Διεύθυνση της εταιρείας επέδειξε μια εκδικητική στάση εναντίον των απεργών και η πρώτη της ενέργεια ήταν να εκδώσει ανακοίνωση με βάση την οποία η εταιρεία θα πλήρωνε ένα ημερομίσθιο, ως επιβράβευση, σε κάθε ένα από τους εργάτες που δεν πήραν μέρος στην απεργία και συνέχισαν να εργάζονται ως απεργοσπάστες. Με την πάροδο του χρόνου οι δύο συντεχνίες ΠΕΟ και ΣΕΚ άρχισαν να υποβάλλουν από κοινού πλέον τα αιτήματα τους προς την εταιρεία και σταδιακά αναπτυσσόταν μια συνεργασία μεταξύ τους η οποία συνέβαλε σημαντικά στην διεκδίκηση και επίτευξη καλύτερων όρων και συνθήκων εργασίας για τους εργαζόμενους στο μεταλλείο.