ΙΤΑΛΙΑ: Η απάντηση των συνδικάτων στις φασιστικές επιθέσεις

387

Λίγες μέρες μετά την επίθεση στα κεντρικά γραφεία του συνδικάτου CGIL στη Ρώμη, φασίστες ζωγράφισαν έναν τεράστιο αγκυλωτό σταυρό, με το σύμβολο του συνδικάτου στο κέντρο του, πάνω στην πόρτα του γραφείου της Ενωτικής Συνδικαλιστικής Εκπροσώπησης της ATM (Επιχείρηση Συγκοινωνιών Μιλάνου), ενώ στις 23 Οκτώβρη, πάλι στο Μιλάνο, σε διαδήλωση κατά του πράσινου πιστοποιητικού, ακούστηκαν φασιστικά συνθήματα, ενώ υπήρξαν και επανειλημμένες επιθέσεις φασιστών στο Εργατικό Κέντρο και ακολούθησαν συλλήψεις. Τα συνδικάτα θεωρούν ότι οι επιθέσεις ενάντια στον κόσμο της εργασίας χρειάζονται μια συνολική ευρωπαϊκή απάντηση, που να βλέπει συνολικά όχι μόνο την αντιμετώπιση του φασισμού, αλλά και όλα τα θέματα που αφορούν τη βελτίωση της ζωής των εργαζομένων, τις αυξήσεις μισθών και συντάξεων, την υγιεινή και ασφάλεια στους χώρους εργασίας, την επισφάλεια, με λίγα λόγια την ανάγκη αλλαγής κοινωνικού μοντέλου. Σε αυτό το πλαίσιο η αντιπρόεδρος της ισπανικής κυβέρνησης και υπουργός Εργασίας Γιολάντα Ντίας συναντήθηκε στη Ρώμη με τον γραμματέα της CGIL, Μαουρίτσιο Λαντίνι. Συζήτησαν για τον αγώνα κατά της επισφάλειας, για την ευρωπαϊκή οδηγία για τον κατώτατο μισθό και για την αντιμετώπιση της ανεργίας. Η ισπανίδα υπουργός διαβίβασε την αλληλεγγύη της ισπανικής κυβέρνησης για τις επιθέσεις κατά του συνδικάτου και τόνισε τη σημασία των συνδικάτων, του κοινωνικού διαλόγου, των συλλογικών συμβάσεων και του στρατηγικού τους ρόλου προκειμένου να βελτιωθούν οι ευρωπαϊκές πολιτικές στα θέματα της εργασίας και της κοινωνικής πρόνοιας.

Για την κατανόηση της πρότασης των συνδικάτων, η «Εποχή» δημοσιεύει τα κυριότερα σημεία της ομιλίας του Μαουρίτσιο Λαντίνι στη μεγάλη αντιφασιστική συγκέντρωση, όπως την κατέγραψε ο Stefano Iucci, από τον ειδησεογραφικό ιστότοπο Collettiva.

Χρειάζεται μια μεγάλη αλλαγή για να οικοδομηθεί μια δικαιότερη κοινωνία και πλήρως δημοκρατική, είπε από το βήμα στη Ρώμη ο Λαντίνι, ο οποίος θέλησε να αφιερώσει την εκδήλωση στους «νέους και στα όνειρά τους». Οι ημερομηνίες δεν είναι απλοί αριθμοί στο ημερολόγιο. Κάποιες φορές μιλάνε: έτσι η διαδήλωση των συνδικάτων CGIL, CISL και UIL –που διοργανώθηκε μια εβδομάδα μετά τη φασιστική επίθεση στην Ομοσπονδία– συνέπεσε με την επέτειο της τρομερής ναζιστικής εκκαθάρισης του γκέτο της Ρώμης, το 1943. Ίσως αυτή η επέτειος να ώθησε τον γενικό γραμματέα της CGIL, Μαουρίτσιο Λαντίνι, να ανέβει στην εξέδρα με για πρώτη φορά με μια κόκκινη γραβάτα.

«Αυτή είναι μια ωραία συγκέντρωση, μια συγκέντρωση που μιλάει σε όλη τη χώρα», άρχισε ο Λαντίνι. «Αντιπροσωπεύει όλη την Ιταλία που θέλει να αλλάξει». Το να είναι κανείς αντιφασίστας δεν σημαίνει «να είναι ενάντια σε κάποιον, αλλά να είναι υπέρ της δημοκρατίας και υπέρ των εγγυήσεων που καθορίστηκαν από τα συνταγματικά δικαιώματα».

Ένα κόκκινο νήμα ένωσε την ομιλία του ηγέτη της CGIL, που συχνά τονίστηκε από τα χειροκροτήματα των διαδηλωτών: «ο αγώνας ενάντια στον φασισμό σημαίνει αγώνα για τη δημοκρατία και στη βάση αυτού του αγώνα είναι η αξιοπρέπεια των ανθρώπων, η εργασία, ο πολιτισμός. Ακριβώς γι’ αυτό, για να μην προξενεί πια το φόβο ο φασισμός, χρειάζεται μια φάση μεγάλης κοινωνικής αλλαγής στη χώρα μας, αρχής γενομένης από την έκτακτη ανάγκη της εργασίας: Μιας εργασίας σίγουρης και όχι επισφαλούς». Η πρώτη πράξη δεν μπορεί παρά να είναι μια: «Οι δυνάμεις που κάνουν χρήση βίας και αναφέρονται στον φασισμό πρέπει να διαλυθούν».

Η λέξη αλλαγή επαναλαμβάνεται πολλές φορές από τον Λαντίνι, μια αλλαγή που προφανώς στην εποχή της παγκοσμιοποίησης δεν είναι δυνατό να αφορά μόνο την Ιταλία: «Αυτή είναι μια διαδήλωση ευρωπαϊκή και διεθνής, που ζητάει μια Ευρώπη της εργασίας, της συμπερίληψης, της ειρήνης, των δικαιωμάτων», υπογράμμισε. Ακριβώς γι’ αυτό, πρόφερε ανάμεσα στα χειροκροτήματα, «θέλουμε την αλήθεια για τον Ρετζένι και πιστεύουμε ότι ήρθε η ώρα για να οικοδομήσουμε ένα αντιφασιστικό και πανευρωπαϊκό δίκτυο».

Στο δεύτερο μέρος της παρέμβασής του, ο γενικός γραμματέας της CGIL εξήγησε ποιες είναι οι αναγκαίες αλλαγές για μια δικαιότερη κοινωνία. Ας αρχίσουμε πάλι από την Ευρώπη: «Δεν πρέπει να επιστρέψουμε στη λιτότητα, στην κατάσταση προ πανδημίας. Οι έκτακτες επενδύσεις δεν πρέπει να είναι μια παρένθεση, αλλά πρέπει να χρησιμεύουν στην οικοδόμηση της κοινωνικής Ευρώπης και της Ευρώπης της εργασίας».

Γίνεται κομβικό ζήτημα επομένως να κατανοήσουμε ποια εργασία δημιουργείται με το Σχέδιο Ανάκαμψης: «Στις 500 χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας το 80% είναι ορισμένου χρόνου», τόνισε. «Δεν είναι σωστό: πρέπει να δημιουργήσουμε σταθερή εργασία». Σταθερή αλλά και σίγουρη εργασία: «Ενώ εμείς βρισκόμαστε εδώ, άλλος ένας άνθρωπος πέθανε στη δουλειά. Είναι απαράδεκτο». Για το νέο διάταγμα που αυστηροποιεί τις κυρώσεις για τις επιχειρήσεις που δεν σέβονται τους κανόνες, είπε: «Πετύχαμε ένα σημαντικό αποτέλεσμα. Αλλά δεν αρκεί. Πρέπει να υπάρχει πρόληψη, και συνεπώς η υγιεινή και η ασφάλεια πρέπει να γίνουν δέσμευση και όχι κόστος». Έτσι όπως πρέπει να είναι δεσμευτικό «οι επενδύσεις να βασίζονται στη βιωσιμότητα του περιβάλλοντος ως παράγοντας ενός νέου μοντέλου ανάπτυξης».

Δεν επιτρέπεται 5 εκατομμύρια εργαζόμενοι να ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας: «Αυτό σημαίνει ότι το κοινωνικό μοντέλο είναι λάθος και ότι εμείς δεν μπορούμε να το αποδεχτούμε», γιατί «η κοινωνική δυσφορία και η επισφάλεια αποδυναμώνουν τις δημοκρατίες»: επιστρέφει στη συνέχεια στο θέμα του αγώνα για αξιοπρεπή εργασία ως θεμελιώδες κομμάτι του αγώνα για μια πλήρη δημοκρατία.

Ο Λαντίνι απευθύνθηκε έπειτα στην κυβέρνηση ζητώντας συγκεκριμένες παρεμβάσεις. Η πρώτη αφορούσε τις πολυεθνικές, «οι οποίες από τη μια μέρα στην άλλη κλείνουν και απολύουν όχι γιατί δεν έχουν δουλειά, αλλά για να μετεγκαταστήσουν την επιχείρηση και για να αποκτήσουν μεγαλύτερα κέρδη». Αυτό δεν είναι ανεκτό και χρειάζονται «έκτακτα μέτρα, ώστε να μη χαθεί καμία θέση εργασίας». Αν μετά οι μεγάλοι όμιλοι αποφασίσουν να φύγουν «πρέπει να βοηθήσουν τη δημιουργία άλλων δραστηριοτήτων και μέχρι τότε οι άνθρωποι δεν πρέπει να μείνουν μόνοι». Στη συνέχεια, μια κουβέντα και για την Alitalia: «Με το δημόσιο χρήμα δημιουργείται μια νέα εταιρεία, η οποία όμως ξεκίνησε αμφισβητώντας την εθνική σύμβαση εργασίας». Για τους εργαζομένους προβλέπονται «μισά δικαιώματα και μισός μισθός και η κυβέρνηση πρέπει να παρέμβει για να μη συμβεί αυτό».

Αξιοπρέπεια στην εργασία, λοιπόν, αρχής γενομένης από τις αμοιβές. «Δεν μπορούμε να περάσουμε από την πανδημία του ιού στην πανδημία του μισθού: είναι αναγκαία μια αναδιανομή του πλούτου, πράγμα που σημαίνει ανανέωση των δημόσιων και ιδιωτικών συμβάσεων και μια σοβαρή μεταρρύθμιση της φορολογίας» Μια μεταρρύθμιση με δύο ουσιαστικά σημεία:
«Την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και την παραγωγή ενός σαφούς αποτελέσματος: καθαρή αύξηση των μισθών και των συντάξεων».

Αφού προσεγγίσουμε το θέμα της αναγκαιότητας επέκτασης της απαγόρευσης της μέγιστης μείωσης και στους δημόσιους διαγωνισμούς, πρέπει να μεταρρυθμίσουμε με δίκαιο τρόπο τις συντάξεις και τα μέτρα κοινωνικής πρόνοιας, πρέπει να αγωνιστούμε χωρίς ανάπαυλα κατά των γυναικοκτονιών και να κάνουμε μια μεγάλη επένδυση στην παιδεία. Σ’ αυτό το τελευταίο σημείο ο Λαντίνι έκλεισε την παρέμβασή του αφιερώνοντας τη ημέρα της διαδήλωσης στους νέους, «στην ελπίδα τους να ζήσουν σε μια χώρα χωρίς πολέμους και φασισμό, να σπουδάσουν, να ονειρευτούν και να μπορέσουν να εκπληρώσουν τις φιλοδοξίες τους στην εργασία που κάνουν». Πολιτισμός, αξιοπρεπής εργασία και μέλλον: έτσι καταπολεμάμε το σκοτάδι που κρύβεται μέσα σε κάθε φασισμό.

Από: epohi.gr