Κατώτατος μισθός κομμένος και ραμμένος στα μέτρα των εργοδοτών

498

Του Σπύρου Σωτηρίου,

Υπεύθυνος Γραφείου Επικοινωνίας ΠΕΟ

Πώς και πώς ανέμεναν οι εργαζόμενοι τον πολυδιαφημισμένο κατώτατο μισθό. Κάποιοι δημιούργησαν υπέρμετρες προσδοκίες στον κόσμο. Κάποιοι το έκαναν επιτηδευμένα για να προαναγγείλουν μια «σπουδαία επιτυχία» της κυβέρνησης πριν ολοκληρωθεί η δεκαετία τους και κάποιοι άλλοι έπεσαν στην παγίδα μη προσμετρώντας ποια είναι η κυβέρνηση και ποιανών τα συμφέροντα εκπροσωπεί.

Η θέσπιση κατώτατου μισθού θα μπορούσε να ήταν μια σπουδαία μεταρρύθμιση για τον τόπο, ειδικά αυτή την περίοδο. Εντούτοις, αντί σπουδαίας μεταρρύθμισης είχαμε την ανακοίνωση ενός αντεργατικού διατάγματος που απορρυθμίζει περαιτέρω τις εργασιακές σχέσεις και σπρώχνει τους μισθούς προς τα κάτω. Αυτό που ανακοίνωσε η κυβέρνηση δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ούτε καν μια καλή αρχή. Είναι πισωγύρισμα, είναι ακόμα ένα λιθαράκι στην απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, ακόμα ένα βήμα προς τα πίσω, προς τον εργασιακό μεσαίωνα.

Η λογική πίσω από τη θέσπιση κατώτατου μισθού είναι η προστασία των εργαζομένων που δεν έχουν συλλογική σύμβαση -η οποία καθορίζει και τον μίνιμουμ μισθό σε διάφορους κλάδους όπου υπάρχει οργάνωση και συλλογικότητα των εργαζομένων.

Ο τρόπος όμως που η κυβέρνηση αποφάσισε να «ζυμώσει» με τις εργοδοτικές οργανώσεις και μεμονωμένους επιχειρηματίες ή ομάδες αυτών (αυτό συμπεραίνεται εύκολα από συγκεκριμένες πρόνοιες του διατάγματος) τον κατώτατο μισθό, όχι μόνο δεν προστατεύει αυτούς τους εργαζόμενους αλλά ανοίγει τον δρόμο για τη θυματοποίηση των εργαζομένων σε όλους τους κλάδους.

Να πάρουμε ως παράδειγμα ένα εργαζόμενο του οποίου η εργασία δεν διέπεται από συλλογική σύμβαση και ο οποίος παίρνει π.χ. ακαθάριστο μισθό 900 ευρώ και εργάζεται οκτώ ώρες τη μέρα σε πενθήμερη βάση. Σήμερα, αν εργαστεί υπερωρίες πληρώνεται έξτρα. Με το διάταγμα ο εργοδότης είναι μεν υποχρεωμένος να του δώσει αύξηση και ο μισθός θα πάει στα 940 ευρώ (ακαθάριστα) αλλά του στερεί τις υπερωρίες γιατί ο κατώτατος δεν καθορίζει ωριαίο μισθό. Με λίγα λόγια το διάταγμα δίνει τη δυνατότητα στον εργοδότη να αντισταθμίσει την αύξηση στο μισθό με επιπρόσθετες ώρες εργασίας και στο τέλος να βγει κερδισμένος ο εργοδότης εις βάρος του εργαζόμενου.

Η κυβέρνηση, καθόλου τυχαία, δεν ικανοποίησε το αίτημα για να μπει στο διάταγμα πρόνοια που να κατοχυρώνει τον ελάχιστο μισθό των συλλογικών συμβάσεων εκεί και όπου είναι πιο πάνω από τον κατώτατο. Αντ’ αυτού, στο διάταγμα γίνεται λόγος για «συμβάσεις» και όχι «συλλογικές συμβάσεις». «Σύμβαση» μπορεί να θεωρηθεί και η συμφωνία μεταξύ ενός εργοδότη και ενός εργαζόμενου ή μια σύμβαση που αποφασίζει από μόνος του ο εργοδότης να προσφέρει στους εργαζόμενους του. Εκεί που στη διαμόρφωση της σύμβασης εμπλέκονται και οι Συντεχνίες (συλλογική σύμβαση) ο εργοδότης δεν μπορεί να καθορίσει όρους εργασίας κατά το δοκούν. Να πάρουμε ως παράδειγμα ένα εργαζόμενο που πάει να εργαστεί σε επιχείρηση της οικοδομικής βιομηχανίας όπου υπάρχει συλλογική σύμβαση. Εάν ο εργοδότης διαπραγματευτεί με τον εργαζόμενο μια προσωπική συμφωνία έξω από τη συλλογική σύμβαση θα επικαλεστεί τον κατώτατο μισθό βάσει του διατάγματος και ο οποίος είναι πολύ πιο κάτω από τον ελάχιστο μισθό που προνοεί η συλλογική σύμβαση. Με τον τρόπο που θεσπίστηκε ο κατώτατος μισθός, δίνεται ουσιαστικά αυτό το δικαίωμα στον εργοδότη υποσκάπτοντας και αμφισβητώντας τη συλλογική σύμβαση. Αυτό αναπόφευκτα θα επηρεάσει ολόκληρο τον κλάδο και οι μισθοί θα σπρώχνονται σιγά σιγά προς τα κάτω υποσκάπτοντας παράλληλα τις συλλογικές συμβάσεις.

Το επιχείρημα της κυβέρνησης (το ανέφερε πολλές φορές ο Υπουργός Εργασίας) ότι η θέσπιση του κατώτατου δεν σημαίνει ότι ο εργαζόμενος θα παίρνει αυτό το μισθό αλλά θα μπορεί να διαπραγματεύεται πιο ψηλό μισθό είναι μεν λογικοφανές αλλά δεν στέκει στις πραγματικότητες που ζούμε σήμερα. Πόσες επιχειρήσεις δεν θα επικαλούνται το διάταγμα για να δώσουν στους εργαζόμενους τον κατώτατο μισθό των 885 ευρώ (καθαρά 788)  τους πρώτους έξι μήνες και 940 ευρώ (καθαρά 837) μετά; Ας πάρουμε το παράδειγμα ενός δικηγορικού ή ενός λογιστικού γραφείου. Οι περισσότεροι νέοι εργαζόμενοι –συνήθως με μεταπτυχιακά και δοκτοράτα- σε αυτές τις επιχειρήσεις δουλεύουν σήμερα με εξαντλητικά ωράρια και με ένα μισθό που αγγίζει ή ξεπερνά ελάχιστα το «ψυχολογικό» φράγμα των 1000 ευρώ. Η εργασία και οι ανάγκες τους σίγουρα δεν αντανακλούνται σε αυτό το μισθό αλλά κάνουν υπομονή για να παίρνουν έστω και αυτά τα λίγα και για να αποκομίσουν την απαραίτητη εμπειρία επενδύοντας ότι ίσως αυξηθεί ο μισθός τους ή να μεταπηδήσουν σε άλλο γραφείο διεκδικώντας πιο ψηλό μισθό. Από την 1 Ιανουαρίου 2023 όμως, αυτό το «ψυχολογικό» φράγμα των 1000 ευρώ θα πάψει να υπάρχει γιατί θα μπει ένας τοίχος των 885 ευρώ ακάθαρτα που θα υψώνεται μπροστά τους. Αν ο εργοδότης είναι λίγο «ανοιχτοχέρης» μπορεί να δώσει κάτι περισσότερο για αρχή μέχρι να συμπληρωθεί το εξάμηνο για να δώσει τα 940 ευρώ ακάθαρτα. Για να σπάσει το ψυχολογικό φράγμα των 1000 ευρώ θα πρέπει ο νέος εργαζόμενος να πάρει μια γενναία αύξηση στο -ίσως μακρινό- μέλλον.

Όπως προανέφερα, το διάταγμα είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα κάποιων επιχειρηματιών ή ομάδων επιχειρηματιών που προφανώς είχαν τη δική τους συμμετοχή στη διαμόρφωση του. Για παράδειγμα στους «εργάτες γεωργοκτηνοτροφίας» που εξαιρούνται από το διάταγμα «παρεισφρήσαν» με συγκεκριμένη αναφορά και οι εργαζόμενοι στον ιππόδρομο: «εργάτες γεωργοκτηνοτροφίας σημαίνει εργοδοτούμενους … και τη φροντίδα ζώων και πτηνών, περιλαμβανομένης της εκτροφής, συντήρησης και ιπποδρομιακής εκπαίδευσης…»!

Μια άλλα εξαίρεση που αφορά χιλιάδες εργαζόμενους φωτογραφίζει ουσιαστικά τους υπάλληλους σε μεγάλο κλάδο της οικονομίας που σήμερα ανήκουν στις ομάδες εργαζομένων που έχουν περισσότερο ανάγκη τον κατώτατο μισθό. Στο διάταγμα μπήκε συγκεκριμένη πρόνοια που αναφέρει ότι ο κατώτατος μειώνεται αν ο εργοδότης παρέχει στον εργαζόμενο «αξιοπρεπή διατροφή ή/και διαμονή». Η συνολική μείωση είναι 25% και πάμε σε πρώτο μισθό 591 ευρώ καθαρά! Αλήθεια, ποιος αρμόδιος θα επισκέπτεται τον χώρο διαμονής αυτών των εργαζομένων και με ποια κριτήρια θα διαπιστώνει αν είναι αξιοπρεπής η διαμονή ή η διατροφή τους;

Άρα λοιπόν αν αναγνώσει κάποιος προσεκτικά το διάταγμα θα αντιληφθεί εύκολα ποιους εξυπηρετεί.

Καταληκτικά, το ζήτημα δεν είναι μόνο το πολύ χαμηλό για τις μέρες μας ποσό που καθορίστηκε ως κατώτατος μισθός αλλά κυρίως οι πρόνοιες αυτού του διατάγματος που όχι μόνο δεν εξυπηρετούν το στόχο αλλά ανοίγουν διάπλατα τις πόρτες για περαιτέρω απορρύθμιση της εργασίας και διαμοιρασμό της φτώχειας.