Μεγάλες οι διαφορές μεταξύ συντεχνιών και εργοδοτών για τον κατώτατο

823

Συνεχίζουν να υπάρχουν μεγάλες διαφορές μεταξύ εργοδοτικής πλευράς και συνδικαλιστικού κινήματος για το θέμα της θέσπισης του κατώτατου μισθού και αυτό επιβεβαιώθηκε και στη χθεσινή συνάντηση του Υπουργού Εργασίας, Κυριάκου Κούσιου με τις συντεχνίες ΠΕΟ, ΣΕΚ και ΔΕΟΚ.

Ο Υπουργός δήλωσε μετά τη συνάντηση ότι θα συνεχίσει τον κύκλο των συναντήσεων με τους κοινωνικούς εταίρους επιβεβαιώνοντας ότι συνεχίζουν να υπάρχουν διαφορές στις προσεγγίσεις μεταξύ εργοδοτικής πλευράς και συνδικαλιστικού κινήματος. Στόχος του, είπε, είναι μέχρι το τέλος του μήνα να υποβάλει τις εκθέσεις του Υπουργείου Εργασίας σε μια κοινή συνάντηση εργοδοτικής πλευράς και συνδικαλιστικού κινήματος και στη συνέχεια να θέσει ενώπιον του Προέδρου της Δημοκρατίας τις θέσεις του για να ληφθούν οι σχετικές αποφάσεις.

Ερωτηθείς αν είναι πιο πολλές οι διαφορές από τις συγκλίσεις και αν είναι μεγάλο το χάσμα μεταξύ των δύο πλευρών, ο Υπουργός Εργασίας δήλωσε ότι «είναι θέμα ουσίας. Η προσπάθεια του Υπουργείου Εργασίας είναι να υπάρξουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερες συγκλίσεις».

Ο Υπουργός Εργασίας είπε επίσης ότι η προσπάθειά του είναι να συγκεράσει τις απόψεις, «αλλά στο τέλος της ημέρας, είναι η Κυβέρνηση που θα πάρει την απόφαση και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας που αποφάσισε ότι πρέπει να υπάρξει εθνικός κατώτατος μισθός. Η προσπάθεια είναι να συγκλίνουν οι απόψεις κατά το δυνατόν, γιατί συμφωνία δεν μπορεί να υπάρξει. Το διάταγμα θα εκδοθεί με βεβαιότητα, ανεξαρτήτως διαφορών», δήλωσε. 

Επιπρόσθετα, ο κ. Κούσιος ανέφερε ότι θα παραδώσει μέχρι το τέλος Αυγούστου την έκθεσή του στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο οποίος θα πάρει τις αποφάσεις του και θα δώσει σχετικές οδηγίες.

Από την πλευρά της, η Σωτηρούλα Χαραλάμπους, Γενική Γραμματέας της ΠΕΟ, τόνισε ότι «υπάρχουν σημαντικά ζητήματα στα οποία χρειάζεται να γίνει περαιτέρω συζήτηση διότι υπάρχει απόσταση μεταξύ μας και πρέπει να είμαστε ειλικρινείς προς την κοινωνία και όσους προσμένουν από αυτή τη συζήτηση».

Ανέφερε επίσης ότι η συζήτηση για τον κατώτατο μισθό πρέπει να εστιάσει σε δύο βασικά ζητήματα. Το πρώτο είναι «ποιους θέλουμε να καλύψει ο κατώτατος μισθός και γιατί τον χρειαζόμαστε, άρα το πλαίσιο που θα τεθεί να είναι τέτοιο που να βελτιώνει το πλαίσιο απασχόλησης εκείνων των εργαζομένων που δεν καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας», εξήγησε. Το δεύτερο ζήτημα, συνέχισε η Σ. Χαραλάμπους, είναι ότι ο μηχανισμός του κατώτατου μισθού δεν πρέπει να λειτουργήσει ως μηχανισμός που να προκαλεί περαιτέρω δυσκολίες στο κομμάτι των εργαζομένων που καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας. «Αυτά τα δύο ζητήματα είναι θέματα αρχής», υπέδειξε, προσθέτοντας ότι αυτές οι παράμετροι θα κρίνουν τις αποφάσεις που θα πάρει η Κυβέρνηση.

Ερωτηθείσα αν υπάρχουν κόκκινες γραμμές, η ΓΓ της ΠΕΟ, είπε ότι το θέμα είναι «γιατί χρειαζόμαστε τον κατώτατο μισθό, ποιους θέλουμε να στηρίξουμε, προσέχοντας ώστε η διαδικασία να μην ενέχει κινδύνους για το πλαίσιο των εργασιακών σχέσεων και τον τρόπο ρύθμισης των μισθών και των ωφελημάτων στον τόπο μας». Αυτό το πλαίσιο ρυθμίσεων, πρόσθεσε, πρέπει να ενισχυθεί στη βάση και της οδηγίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν στη συζήτηση για τον κατώτατο μισθό. «Μπαίνει και αριθμητικός στόχος, που είναι το 80%», είπε. 

Ο Ανδρέας Μάτσας, Γενικός Γραμματέας της ΣΕΚ στις δικές του δηλώσεις μετά τη συνάντηση, έκανε λόγο για «ζητήματα τα οποία χρήζουν περαιτέρω συζήτησης», εκφράζοντας την ελπίδα ότι στην επόμενη συνάντηση θα μπορέσουν να δημιουργηθούν περαιτέρω προϋποθέσεις κατάληξης.

Ο Στέλιος Χριστοδούλου, Αναπληρωτής Πρόεδρος της ΔΕΟΚ, δήλωσε ότι «προσπαθούμε να δώσουμε ένα δίχτυ προστασίας σε όλους αυτούς τους εργαζόμενους συμπολίτες μας που το έχουν ανάγκη». Πρόσθεσε δε ότι «υπάρχουν θέματα αρχών, τα οποία προσπαθούμε με επιχειρήματα να τα τεκμηριώσουμε και ελπίζουμε, όταν ολοκληρωθεί αυτή η διαδικασία, να είμαστε όλοι κερδισμένοι, ειδικά αυτοί που πραγματικά το έχουν ανάγκη».