Ξεκάθαρο το δίλημμα για τους εργαζόμενους

392

Του Σπύρου Σωτηρίου*

Τα τύμπανα του πολέμου ενόψει προεδρικών εκλογών 2023 ξεκίνησαν πολύ νωρίς με τον πρόεδρο του κυβερνώντος κόμματος ΔΗΣΥ να εξαγγέλλει την υποψηφιότητα του και τον τέως –πλέον- Υπουργό Εξωτερικών να αναγκάζεται κι’ αυτός να ανακοινώσει –εμμέσως πλην σαφώς- τη δική του υποψηφιότητα. Έχουμε λοιπόν δυο υποψηφιότητες που στην ουσία αποτελούν τη συνέχεια της διακυβέρνησης Αναστασιάδη-ΔΗΣΥ.

Το δίλημμα για τους εργαζόμενους, για τους πολλούς αυτού του τόπου, είναι εάν θέλουν συνέχεια αυτής της κυβέρνησης ή κάτι άλλο.

Ανασκοπώντας τη δεκαετία ΔΗΣΥ στην εξουσία καταλήγουμε ξεκάθαρα στο συμπέρασμα ότι οι εργαζόμενοι και τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα του λαού πλήγηκαν ανεπανόρθωτα από μια αντιλαϊκή διακυβέρνηση.

Ξεκινώντας από το περιβόητο κούρεμα, τη διάλυση του τραπεζικού συστήματος και την ανασύσταση του σε συνθήκες πιο μικρού ολιγοπωλίου και σκληρών μέτρων με επίφαση τη διάσωση του, οι εργαζόμενοι βρίσκονται σήμερα σε δεινή θέση και έρμαιο των τραπεζικών ιδρυμάτων. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια πωλήθηκαν έναντι πινακίου φακής σε ξένα επενδυτικά ταμεία που με τη σειρά τους προχωρούν σε εκποιήσεις και πλειστηριασμούς ακόμα και πρώτων κατοικιών. Η κυβέρνηση έδωσε τα εργαλεία στους κερδοσκόπους να ξεσπιτώνουν κόσμο και παράλληλα δεν εκπόνησε καμία σοβαρή κοινωνική πολιτική για στέγαση. Παράλληλα, έκλεισαν το Συνεργατισμό μέσα από σκανδαλώδεις διαδικασίες παραχωρώντας όλα τα περιουσιακά του στοιχεία σε άλλη εμπορική τράπεζα η οποία σήμερα έρχεται και φεσώνει τον κόσμο με υπερχρεώσεις. Η κυβέρνηση νίπτει τας χείρας της και συμπορεύεται με τις τράπεζες.

Για τα εργατικά ζητήματα, κορωνίδα της κυβερνητικής πολιτικής είναι η προώθηση των λεγόμενων ευέλικτων μορφών απασχόλησης με απώτερο στόχο την απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, δηλαδή λιγότερα δικαιώματα για τους εργαζόμενους. Αποκορύφωμα αυτής της νεοφιλελεύθερης πολιτικής είναι η μετατροπή της μισθωτής εργασίας με δικαιώματα σε αγορά υπηρεσιών χωρίς δικαιώματα, πολιτική που εφαρμόζεται πλέον απροκάλυπτα -και παράνομα σε μερικές περιπτώσεις- από το ίδιο το κράτος με τρανταχτό παράδειγμα τους χιλιάδες εκπαιδευτικούς στα απογευματινά και βραδινά προγράμματα του Υπουργείου Παιδείας που απώλεσαν δικαιώματα και περίπου το ένα τρίτο των ήδη χαμηλών εισοδημάτων τους.

Ξεκάθαρη είναι επίσης η ταύτιση τους με τους εργοδότες σε μια σειρά από ζητήματα μείζονος σημασίας για τους εργαζόμενους.

Θυμίζουμε το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές προς ικανοποίηση των μεγαλοκαρχαριών του λιανικού εμπορίου και μάλιστα συγκεκριμένων μεγαλοεπιχειρηματιών που ασκούν πλέον μεγάλη επιρροή στην κυβέρνηση και αντιστρόφως, μέσα από μια διαδικασία δούνε και λαβείν.

Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι ο ΔΗΣΥ, δια του επίδοξου προέδρου Αβέρωφ Νεοφύτου, έχει ως πάγια θέση την ποινικοποίηση του δικαιώματος της απεργίας. Μάλιστα, ο πρόεδρος του ΔΗΣΥ είχε καταθέσει και επίσημα πρόταση νόμου περί τούτου, τόσο τη δεκαετία του 90’ όσο και το 2016. Κάθε φορά που απεργούν οι εργαζόμενοι επαναφέρει την απαίτηση των εργοδοτών για ποινικοποίηση της απεργίας απαξιώντας μάλιστα μεγάλους κλάδους εργαζομένων. Απόδειξη της αλλεργίας του κ. Νεοφύτου για τους εργαζόμενους και του δικαιώματος στην απεργία είναι οι δηλώσεις του σε πρόσφατες απεργίες, των λιμενεργατών (Μάρτιος 2016), των νοσηλευτών (Φεβρουάριος 2016), των γιατρών (Μάϊος 2018), των εκπαιδευτικών (Σεπτέμβριο 2018). Με μια απλή αναζήτηση στο διαδίκτυο μπορεί κάποιος να βρει όλες του τις τοποθετήσεις κάθε φορά που προκύπτει θέμα εργατικών διαφορών και να διαπιστώσει ότι είναι πάντα κατά των εργαζομένων.

Από αυτή την ιδεολογική τους αγκύλωση προκύπτει και η αλλεργία τους για τον συνδικαλισμό. «Δεν μπορούν οι συνδικαλιστές να υποκαταστήσουν την Πολιτεία», είχε δηλώσει ο κ. Νεοφύτου τον Μάϊο του 2018 στηρίζοντας τον Πρόεδρο Αναστασιάδη που είχε επιτεθεί κατά των ιατρών του δημοσίου λέγοντας ότι «δεν θα επιτρέψει να μετατραπεί το κράτος σε συνδικαλιστικό φέουδο».

Αλήστου μνήμης ήταν και η δήλωση του κ. Νεοφύτου το 2010 ότι ο Πρόεδρος Χριστόφιας χαράζει οικονομική πολιτική με τους συνδικαλιστές και αρνείται να πιεί ένα καφέ με το διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας. «Ξέρετε κατέχει παραπάνω από οικονομία ο Πάμπης Κυρίτσης από ότι ο Αθάνασιος Ορφανίδης… Έχουμε τους καλύτερους τραπεζίτες στην Κύπρο. Δεν φώναξε μια ημέρα τον Ανδρέα Ηλιάδη ή το Μάκη Κεραυνό ή τον Παναγιώτη Κουννή να πιουν ένα καφέ να ανταλλάξουν απόψεις. Χάραζε την οικονομική πολιτική με τον Πάμπη Κυρίτση.» Η αλλεργία και η εμμονή του κ. Νεοφύτου για τον συνδικαλισμό και η ταύτιση με τους τραπεζίτες και τους επιχειρηματίες ήταν και είναι σταθερή ακόμα και όταν εκ των υστέρων αποδείχθηκε ότι για την κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος και της κυπριακής οικονομίας ευθύνονταν οι μεγαλοτραπεζίτες και όχι προφανώς οι συνδικαλιστές και οι εργαζόμενοι!

Καταλήγοντας, δεν ξέρουμε ποιοι άλλοι θα είναι υποψήφιοι για την προεδρία το 2023 και ποιες θα είναι οι θέσεις τους αλλά είναι ξεκάθαρο ότι για τους εργαζόμενους αυτού του τόπου οι δύο υποψήφιοι του ΔΗΣΥ δεν είναι επιλογή. Από τη μια ο πρόεδρος του ΔΗΣΥ είναι ο απόλυτος εκφραστής των αντεργατικών πολιτικών του νεοφιλελευθερισμού και ο τέως Υπ. Εξ. είναι ταυτισμένος με τις σκληρές αντεργατικές πολιτικές της διακυβέρνησης Αναστασιάδης. Με απλά λόγια είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.

Υπεύθυνος Επικοινωνίας ΠΕΟ