1Η Μαρτίου 1944: Ιστορική αναδρομή στον μεγάλο αγώνα για τον Τιμάριθμο

508

Έρευνα-Επιμέλεια: Άντρη Μιχαήλ, Μαρί-Κωνστάνς Κων/νου

Συμπληρώνονται φέτος 77 χρόνια από τους μεγάλους αγώνες για την κατάκτηση της Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής των Μισθών (ΑΤΑ) που είναι χωρίς αμφιβολία μια από τις σημαντικότερες κατακτήσεις της Κυπριακής Εργατικής Τάξης. Η κατάκτηση αυτή, όπως και όλες οι εργατικές κατακτήσεις σε όλο τον κόσμο, δεν χαρίστηκε από κανέναν αλλά κερδήθηκε με σκληρούς αγώνες και αίμα από τους εργαζόμενους και για την ΑΤΑ για άλλη μια φορά επικεφαλής, καθοδηγητής και πρωτεργάτης των αγώνων αυτών ήταν η ΠΣΕ που στην συνέχεια την διαδέχθηκε η ΠΕΟ.

Κάνοντας πιο κάτω μια αναδρομή στην δεκαετία του 1940 βλέπουμε ότι ήταν η δεκαετία που χαρακτηρίζεται από τους πολλούς, σκληρούς, μακρόχρονους με γεμάτους πίστη, ηρωϊσμό και αυτοθυσία εργατικούς αγώνες. Ήταν μια θυελλώδη ηρωϊκή και αποφασιστική για το εργατικό κίνημα και την Κύπρο δεκαετία.

Το ζήτημα του τιμάριθμου στην Κύπρο

Το θέμα του τιμάριθμου είναι ένα από τα πιο σοβαρά εργατικά θέματα που απασχόλησε το συνδικαλιστικό κίνημα της ΠΣΕ-ΠΕΟ από τα πρώτα χρόνια ίδρυσης του, λόγω του ότι είχε άμεση σχέση με τις απολαβές και το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων και γενικότερα του λαού και γιατί συνάντησε μεγάλες αντιδράσεις από την αποικιακή κυβέρνηση. Το πρόβλημα του τιμάριθμου οξύνθηκε κατά τη διάρκεια του ΄Β Παγκοσμίου Πολέμου το 1939, όπου  το εξωτερικό και το εσωτερικό εμπόριο περιορίστηκε σημαντικά και ο πληθωρισμός από την προσφορά και τη ζήτηση καταναλωτικών αγαθών, συνέβαλε στην απότομη και καθημερινή άνοδο των τιμών ιδιαίτερα των τροφίμων και άλλων ειδών πρώτης ανάγκης. Η ανεξέλεγκτη άνοδος των τιμών χωρίς να ανεβαίνουν ανάλογα και τα μεροκάματα έπληξαν περισσότερο το ήδη χαμηλό βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων, με αποτέλεσμα οι κινητοποιήσεις των εργαζομένων να διαδέχονται η μία την άλλη.

Η αρχή των αγώνων, η ιστορική απεργία του Μάρτη του ’44 και τα αιτήματα των απεργών

Η πρώτη απεργιακή κινητοποίηση πριν από τον ιστορικό αγώνα του 1944, πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβρη του 1942, στην οποία πήραν μέρος 10.000 κυβερνητικοί και στρατιωτικοί εργάτες με αίτημα την αύξηση των μεροκαμάτων εξαιτίας της αύξησης της τιμής του ψωμιού και την έκδοση ορθού τιμαριθμικού δείκτη, μιας και αυτός που εκδόθηκε με βάση το σύστημα του 1941 επικρίθηκε έντονα από τις Συντεχνίες. Μετά την απεργία του 1942, η αγγλική κυβέρνηση διόρισε επιτροπή τιμάριθμου από 10 μέλη που διαφωνούσαν, καθώς οι Άγγλοι μέλη της επιτροπής υποστήριζαν την πολιτική της κυβέρνησης, οι εκπρόσωποι της αστικής τάξης τα συμφέροντα των εμπόρων και εργοδοτών και οι εκπρόσωποι των εργατών τα συμφέροντα της λαϊκής μάζας με τη λήψη δραστικών μέτρων για τη πάταξη της μαύρης αγοράς που βρισκόταν στο απόγειό της λόγω του Β’ παγκοσμίου πολέμου, τη μείωση και την σταθεροποίηση του τιμαρίθμου και την προσαρμογή των μεροκαμάτων με τον τιμάριθμο.


Aπεργοί κυβερνητικοί εργάτες την 1η του Μάρτη 1944 ζητούν τιμάριθμο

Μετά τον απεργιακό αγώνα του Δεκέμβρη του ‘42, ακολούθησε δεύτερος τον Αύγουστο του 1943 και τρίτος τον Οκτώβρη του ίδιου χρόνου. Κινητοποιήθηκαν 17.500 εργάτες και πραγματοποίησαν διάφορες εκδηλώσεις και 24ωρη απεργία.

Η πιο μαζική και η πιο μαχητική εκδήλωση που οργανώθηκε για τον τιμάριθμο ήταν η απεργία της 1ης του Μάρτη το 1944. Η απεργία αποφασίσθηκε μέσα από ογκώδεις πανεργατικές συγκεντρώσεις που οργανώθηκαν από τη ΠΣΕ σε όλες τις πόλεις τη νύχτα της 29ης Φεβρουαρίου και ύστερα από την αρνητική απάντηση του Αποικιακού Γραμματέα, των Στρατιωτικών Αρχών, του Διευθυντή Δημοσίων Έργων και του Εργατικού Επίτροπου στα αιτήματα των εργατών των κυβερνητικών και στρατιωτικών εργατών για αυξήσεις των μεροκαμάτων και την απόρριψη των εισηγήσεων των οργανώσεων για τα μέτρα που θα έπρεπε να ληφθούν από την Κυβέρνηση για την πτώση και τη σταθεροποίηση του τιμάριθμου. Σαν αποτέλεσμα της τακτικής που η ΠΣΕ εφάρμοσε σε αυτή την περίπτωση, η απεργία κηρύχθηκε μόνο στα δημόσια έργα και επηρέασε συνολικά 1500 εργάτες Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους που πήραν μέρος όλοι στην απεργία. Το πείσμα της Βρετανικής Κυβέρνησης έναντι των δίκαιων αιτημάτων των εργατών και οι εξελίξεις που δημιουργήθηκαν εξήγειραν την αγανάκτηση του λαού και τη συγκινητική αλληλεγγύη του πρός τους απεργούς.

Κατά τη διάρκεια της απεργίας οργανώθηκαν μεγάλες πανεργατικές και παλλαϊκές κινητοποιήσεις, μαζικές πικετοφορίες, συγκεντρώσεις στα συντεχνιακά οικήματα, στις πόλεις και στα χωριά στις οποίες σύμφωνα με τον Τύπο της εποχής πήραν μέρος 25 χιλιάδες πρόσωπα στην κάθε περίπτωση. Στις παλλαϊκές κινητοποιήσεις στις 13 και 19 Μαρτίου 1944, πήρε μέρος το σύνολο των εργατών, έκλεισαν τα εστιατόρια, δεν εκδόθηκαν εφημερίδες, έκλεισαν τα κέντρα αναψυχής και δεν λειτούργησε ο Κυβερνητικός Σιδηρόδρομος.

Το ΑΚΕΛ, ως το κόμμα των εργατών και των εργαζομένων από την πρώτη στιγμή στάθηκε συμπαραστάτης στο δίκαιο αγώνα των απεργών. Με υπομνήματα πρός την Κυβέρνηση ζητούσε την υιοθέτηση των συντεχνιακών απόψεων. Κρατούσε διαρκή επαφή με τον λαό, τον διαφώτιζε και τον κινητοποιούσε γύρω από τα δίκαια των απεργών.

Η απεργία συνεχίσθηκε μέχρι τις 23 Μαρτίου 1944, όπου η ΠΣΕ κήρυξε ανακωχή μέχρι τις 9 Ιουνίου του ίδιου χρόνου και ύστερα που η κυβέρνηση προχώρησε στη σύσταση τριμελούς «Επιτροπής Ερεύνης» για τα ημερομίσθια και τους άλλους όρους εργασίας των εργατών της. Αποτέλεσμα της έρευνας ήταν η παραχώρηση οικογενειακών επιδομάτων, αδειών ανάπαυσης μετά απολαβών, φιλοδώρημα αποχώρησης από τη δουλειά, Κοινωνικές Ασφαλίσεις.

Αγώνας εργατικός αλλά κυρίως πολιτικός

Ο αγώνας της 1ης Μαρτίου δεν ήταν απλά μια απεργία που κράτησε 23 μέρες. Ήταν μια πολιτική μάχη ολόκληρου του κυπριακού λαού που έσπασε το κατεστημένο της εποχής και έμαθε πως με σκληρούς αγώνες είναι εφικτό να διεκδικήσει και να κερδίσει τα δικαιώματα του.  Οι βασικές κατακτήσεις που κερδήθηκαν ήταν:

1. Αναπροσαρμογή των μισθών βάσει του τιμάριθμου.

2. Χορήγηση οικογενειακού επιδόματος.

3. Παραχώρηση αστικού επιδόματος.

4. Παραχώρηση 10 ημερών άδειας ανάπαυσης με πληρωμή.

5. Πληρωμή επιδόματος ασθενείας μέχρι ενός μηνός.

6. Προειδοποίηση μιας εβδομάδας σε περίπτωση απόλυσης.

7. Βελτίωση των τεχνικών σχολών.

Η ΑΤΑ από το ’44 μέχρι το 2013

Ο αγώνας για τον τιμαριθμικό δείκτη θα κλείσει οριστικά το 1950-51, όπου το Συνδικαλιστικό μας Κίνημα η ΠΕΟ, άρχισε μια γενική εκστρατεία Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής στις διαπραγματεύσεις σε όλους τους τομείς των εργαζομένων, καθώς η ΑΤΑ αποτελεί αποτελεσματική προστασία της αγοραστικής αξίας των συμφωνηθέντων μισθών και ημερομισθίων. Στην αρχή το τιμαριθμικό επίδομα δινόταν στους Δημόσιους Υπαλλήλους και στους κυβερνητικούς εργάτες. Το 1947 κέρδισαν και οι Οικοδόμοι  την τιμαριθμική αναπροσαρμογή στους μισθούς τους. Φτάνοντας στο 1960, όλες σχεδόν οι Συλλογικές Συμβάσεις που υπογράφονταν με τους εργοδότες περιείχαν πρόνοια για Τιμαριθμικές Αναπροσαρμογές. Μέχρι το 1974 το Σύστημα της ΑΤΑ, δινόταν στους εργαζόμενους ανά τρίμηνο. Μετά το πραξικόπημα και την εισβολή και όταν τέθηκε θέμα επιβίωσης του λαού και της οικονομίας μας, οι Συνδικαλιστικές Οργανώσεις δέχτηκαν την αναστολή αυτού του συστήματος. Η αναστολή διήρκεσε τρία χρόνια. 

Από την 1/1/78 επαναφέρθηκε η λειτουργία του Συστήματος. Μέχρι την 1/1/1982 ο υπολογισμός του τιμαριθμικού επιδόματος βασιζόταν πάνω σε κλίμακες. Αν ο μέσος όρος εξαμηνίας του τιμαριθμικού δείκτη μετακινείτο κατά μία κλίμακα, τότε οι εργαζόμενοι έπαιρναν 3% τιμαριθμικό επίδομα, αν μετακινείτο δύο κλίμακες έπαιρναν 6% κ.ο.κ.

Στη συνέχεια, μέχρι και την οικονομική κρίση του 2013, το σύστημα υπολογισμού του τιμαριθμικού επιδόματος τροποποιήθηκε έτσι που  οι συνολικές απολαβές των εργαζομένων στο τέλος κάθε εξάμηνης περιόδου να αναπροσαρμόζονται με βάση την ποσοστιαία αύξηση ή μείωση της εξάμηνης περιόδου σε σύγκριση με τον αριθμητικό μέσο του δείκτη κατά τη  διάρκεια της αμέσως προηγούμενης εξάμηνης περιόδου.

Η ΑΤΑ διαχρονικά στο στόχαστρο των νεοφιλελεύθερων πολιτικών

Το σύστημα της ΑΤΑ, ιδιαίτερα με την επέλαση του Νεοφιλελευθερισμού σε ολόκληρο τον κόσμο, είναι μόνιμα στο στόχαστρο του κεφαλαίου. Η πιο έντονη επίθεση έγινε το 1985, χρονιά κατά την οποία οι Συνδικαλιστικές Οργανώσεις απέρριψαν κατηγορηματικά τις σκέψεις για κατάργησή της και ταυτόχρονα διακήρυξαν την αποφασιστικότητα τους να προασπίσουν το  θεσμό.

Η τότε κυβέρνηση διόρισε Ανεξάρτητη Επιτροπή Έρευνας για την ΑΤΑ. Στα πορίσματα της η Επιτροπή αυτή υποστήριξε τη  διατήρηση του θεσμού της ΑΤΑ αλλά ταυτόχρονα εισηγείτο όπως μελετηθεί το ενδεχόμενο όπως για σκοπούς ΑΤΑ να μην υπολογίζονται οι αυξήσεις των έμμεσων φόρων.

Βέβαια τα πορίσματα αυτά δεν δέσμευαν καμιά πλευρά και έτσι το σύστημα παρέμεινε όπως ήταν.

Το 1993, με την άνοδο στην εξουσία της δεξιάς, άρχισε πιο έντονα η επίθεση ενάντια στον θεσμό της ΑΤΑ. Τελικά τον Γενάρη του 1995 ξεκίνησε ο Κοινωνικός Διάλογος για την ΑΤΑ-Παραγωγικότητα με τη  συμμετοχή των Συντεχνιών των εργοδοτών και της Κυβέρνησης.

Η κατάληξη του εν λόγω διαλόγου είναι καλά γνωστή. Με πρόταση της τότε Κυβέρνησης και με τη σύμφωνο γνώμη των Συντεχνιών ΣΕΚ και ΠΑΣΥΔΥ οι αυξήσεις στους φόρους κατανάλωσης δε θα υπολογίζονται για σκοπούς ΑΤΑ, θα υπολογίζονται μόνο για σκοπούς εξαγωγής του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή.

Η ΠΕΟ είχε διαφωνήσει έντονα με την πρόταση τονίζοντας ότι αυτή αλλοιώνει το θεσμό με τρόπο ώστε οι εργαζόμενοι να μην αποζημιώνονται πλήρως για την απώλεια της αγοραστικής δύναμης των μισθών τους λόγω αύξησης τιμών και πραγματοποίησε μαζικές κινητοποιήσεις.

Η μεταβατική συμφωνία του 2018

Με την οικονομική κρίση του 2013, η ΑΤΑ παγωποιήθηκε για περίοδο 5 περίπου ετών και επανεκκίνησε τον Ιανουάριο του 2018. Η ΠΕΟ με την επιμονή και τη συνέπεια που επιδεικνύει όλα αυτά τα χρόνια, κόντρα σε πιέσεις και σε θέσεις που προσπαθούσαν να πείσουν για το αχρείαστο της Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής, κατάφερε να κρατήσει ζωντανή την ιστορική κατάκτηση της ΑΤΑ η οποία διαχρονικά έχει συμβάλει στην επικράτηση της εργασιακής ειρήνης.

Έτσι, με βάση τη Μεταβατική Συμφωνία που έγινε για προσωρινή διευθέτηση 3 χρόνων, από την 1η Ιανουαρίου 2018 επαναλειτούργησε ο θεσμός της ΑΤΑ.

Η ΑΤΑ μέχρι και το 2020 υπολογίζεται σε ετήσια βάση αντί σε εξαμηνιαία και θα αποδίδεται στο 50%. Με τη συμφωνία αυτή έγινε ενσωμάτωση του τιμαριθμικού επιδόματος στους βασικούς μισθούς και η επανεκκίνηση έγινε από μηδενική βάση. 

2020-2021: Η πανδημία παρατείνει τη μεταβατική συμφωνία για ακόμη ένα χρόνο

Το 2021 είναι αμετάβλητη η Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή. Σύμφωνα με εγκύκλιο του Υπουργείου Οικονομικών, λόγω του ότι κατά το δεύτερο και τρίτο τρίμηνο του 2020 ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης ήταν αρνητικός της τάξης του -12.3% και -4/4% αντίστοιχα το τιμαριθμικό επίδομα (ΑΤΑ) από 1η Ιανουαρίου 2021 παρέμεινε το ίδιο χωρίς καμία μεταβολή.

Αξίζει να σημειώσουμε ότι πρόσφατα συμφωνήθηκε μεταξύ των κοινωνικών εταίρων η παράταση της ισχύς της μεταβατικής συμφωνίας για την ΑΤΑ για ακόμα ένα χρόνο (1/1/21-31/12/2021) λόγω της κρίσης που προκάλεσε η πανδημία του κορονοϊού.

Βάσει της μεταβατικής συμφωνίας η ΑΤΑ καταβάλλεται μία φορά το χρόνο και μόνο στο 50% της ετήσιας αύξησης του δείκτη τιμών καταναλωτή και με την προϋπόθεση ότι το δεύτερο και τρίτο τρίμηνο του προηγούμενου έτους θα παρατηρείται ανάπτυξη σε ετήσια βάση. Η μεταβατική συμφωνία των κοινωνικών εταίρων διασφαλίζει επίσης πως οι μισθοί δεν επηρεάζονται αρνητικά λόγω της ΑΤΑ σε περίπτωση που η μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή έχει αρνητικό πρόσημο και πως ο θεσμός και οι πρόνοιες της συμφωνίας εφαρμόζονται μόνο στις περιπτώσεις αύξησης του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή.

Η υφιστάμενη συμφωνία προβλέπει ακόμα πως ο κοινωνικός διάλογος για την ΑΤΑ θα συνεχιστεί με στόχο, κατά την εκπνοή της παρούσας συμφωνίας, να επιτευχθεί νέα ρύθμιση στη βάση της φιλοσοφίας της ΑΤΑ και οι κοινωνικοί εταίροι δεσμεύονται να προσέλθουν σε εποικοδομητικό διάλογο για την εξεύρεση συμφωνίας.