Η ΠΕΟ απαιτεί πολιτικές για βελτίωση της θέσης της γυναίκας στην απασχόληση και στην κοινωνία

483

Η συντριπτική πλειοψηφία των εργοδοτών στην Κύπρο (9 στους 10) αναγνωρίζουν ότι υπάρχει έμφυλη ανισότητα στην αγορά εργασίας στη χώρα μας. Την ίδια στιγμή το 86% των πολιτών είναι πεπεισμένοι πως τα περιστατικά διακρίσεων συμβαίνουν πιο συχνά στις γυναίκες και το 40% πιστεύουν στην ύπαρξη μισθολογικών ανισοτήτων σε βάρος των γυναικών. Ταυτόχρονα, η συντριπτική πλειοψηφία δηλώνει ότι έχει άνδρα προϊστάμενο με το φαινόμενο πιο έντονο στον ιδιωτικό τομέα ενώ το 80% των εργαζομένων θα αποδεχόταν γυναίκα ως προϊστάμενη.
Αυτά και άλλα πολλά διαφάνηκαν στην παρουσίαση έρευνας της Επιτροπής Ισότητας των Φύλων στην Απασχόληση και Επαγγελματική Εκπαίδευση με τίτλο «Έμφυλες διακρίσεις στην Απασχόληση στην Κύπρο». Η έρευνα παρουσιάστηκε από την Πρόεδρο της  ΕΙΦ  και τον οργανισμό ερευνών MIR στην παρουσία της  Υπουργού Εργασίας στις 16 Φεβρουαρίου.
Σύμφωνα με τα βασικά ευρήματα της έρευνας οκτώ στους δέκα εργαζόμενους/-ες θεωρούν πως στον εργασιακό τους χώρο, άνδρες και γυναίκες τυγχάνουν της ίδιας αντιμετώπισης από τους προϊσταμένους τους, με την αντίληψη αυτή να εκφράζεται από τη μεγάλη πλειοψηφία των ανδρών (82%) και των γυναικών (80%). Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός ότι υπάρχει καθολική απόρριψη της «θεωρίας» πως οι θέσεις λήψης αποφάσεων είναι μόνο για τους άνδρες σε ποσοστό 96%.

Ένα ακόμη εύρημα της έκθεσης έχει να κάνει με το φλέγον θέμα των ημερών σχετικά με την σεξουαλική παρενόχληση αφού τέσσερις στις δέκα εργαζόμενες, κυρίως στον ιδιωτικό τομέα, ήρθαν αντιμέτωπες με προβλήματα που σχετίζονται με το φύλο τους, δύο στις δέκα εργαζόμενες αισθάνονται ότι έχουν βιώσει σεξουαλική παρενόχληση στον εργασιακό χώρο με τη συντριπτική πλειοψηφία (78%) να δηλώνει ότι δεν έχει προχωρήσει σε καταγγελία του περιστατικού.

Σε ότι αφορά τα πεδία με τα υψηλότερα επίπεδα έμφυλων ανισοτήτων, βρέθηκε ότι αυτά είναι η πρόσβαση στην απασχόληση, η επαγγελματική ανέλιξη και η πρόσβαση στα κέντρα λήψης αποφάσεων.

Οι ερωτηθέντες για την έρευνα ανέφεραν ως το καταλληλότερο μέτρο για τη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής το ευέλικτο ωράριο.
Τέλος, στο ερώτημα σε ποιο βαθμό θα λέγατε ότι υπάρχει έμφυλη ανισότητα, δηλαδή ανισότητα λόγω φύλου στην απασχόληση και επαγγελματική εκπαίδευση στην Κύπρο, το 39% απάντησε σε αρκετό βαθμό, το 35% σε μικρό βαθμό, το 18% σε μεγάλο βαθμό και το 8% καθόλου.

Όπως ανέφερε η Υπουργός Εργασίας στη δήλωσή της, η έρευνα αυτή παρουσιάστηκε σε μια εποχή ιδιαίτερη αλλά και δύσκολη, τόσο εξαιτίας της πανδημίας και των κοινωνικοοικονομικών συνεπειών της αλλά επίσης, λόγω των πρόσφατων καταγγελιών που είδαν το φως της δημοσιότητας και αφορούν στη σεξουαλική παρενόχληση γυναικών αλλά και ανδρών στη σφαίρα της ιδιωτικής και δημόσιας ζωής.
Όπως είπε, ως αρμόδιο Υπουργείο, αξιοποιώντας τα ευρήματα της παρούσας έρευνας αλλά και άλλων στοιχείων «που έχουμε ενώπιών μας, θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε προς την εξάλειψη των έμφυλων ανισοτήτων στην αγορά εργασίας και το άνοιγμα νέων δρόμων στις λύσεις που απαιτούνται για την εξάλειψη των διακρίσεων και των παραδοσιακών στερεοτύπων των φύλων, τη γεφύρωση του χάσματος αμοιβών, την άρση του έμφυλου επαγγελματικού διαχωρισμού και άλλων διαχρονικών ζητημάτων αλλά και νέων που αναδύονται μέσα από την εξέλιξη της σύγχρονης κοινωνίας».
Από την πλευρά της η Πρόεδρος της Επιτροπής Ισότητας των Φύλων στην Απασχόληση και Επαγγελματική Εκπαίδευση Λουίζα Χριστοδουλίδου Ζαννέτου, στο δικό της χαιρετισμό είπε ότι αναντίλεκτα η ισότητα δεν κατοχυρώνεται μόνο μέσα από τους νόμους, αλλά χρειάζεται ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των εργαζομένων  ώστε να γνωρίζουν τα δικαιώματα τους  και παράλληλα να αισθάνονται  ότι η πολιτεία τους παρέχει  τους μηχανισμούς αλλά και τη στήριξη για να καταγγέλλουν  συμπεριφορές και ενέργειες που δεν  αρμόζουν  στον κόσμο της εργασίας.

Σε δηλώσεις της στο Ε.Β. η Γραμματέας του Κεντρικού Γραφείου Γυναικών Εργατοϋπαλλήλων, και μέλος της ΕΙΦ,  Μαρίνα Κούκου ανέφερε ότι οι έρευνες αποτυπώνουν την εικόνα/κατάσταση/αντίληψη που υπάρχει σε μια χρονική περίοδο. Τα ευρήματα και αυτής της έρευνας,  συγκρίνοντας τα με προηγούμενες σχετικές έρευνες, δείχνουν ότι πολύ μικρά  βήματα έχουν γίνει για  επίτευξη προόδου στις διάφορες πτυχές που οδηγούν στην βελτίωση της θέσης της γυναίκας στην απασχόληση.  «Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι οι έρευνες γίνονται με κύριο σκοπό την αξιοποίηση των ευρημάτων  τους για καθορισμό πολιτικών, λήψη μέτρων, εφαρμογή νομοθεσιών και διόρθωση κακώς εχόντων διαδικασιών και πρακτικών. Ιδιαίτερα από την εκτελεστική εξουσία αναμένουμε πολύ περισσότερα από ευχολόγια και απλές διαπιστώσεις του τύπου «είναι τα στερεότυπα και οι αντιλήψεις που ευθύνονται για τις έμφυλες ανισότητες και διακρίσεις και πρέπει να αλλάξουν» και τελεία ως σαν και οι αντιλήψεις δεν δημιουργούνται και  δεν διαιωνίζονται από τις υφιστάμενες δομές εξυπηρετώντας το σύστημα τους», είπε.

Όπως επεσήμανε, από την εκτελεστική εξουσία, το κράτος η ΠΕΟ αναμένει ένα στρατηγικό προγραμματισμό που να «κτυπά» αποτελεσματικά τα διάφορα προβλήματα και εμπόδια που μπαίνουν τροχοπέδη στη βελτίωση της θέσης της γυναίκας στην απασχόληση αλλά και στην κοινωνία ευρύτερα. «Αυτή την πολιτική βούληση δεν την είδαμε από την Κυβέρνηση Αναστασιάδη παρά μόνο αποσπασματικές κινήσεις όταν οι εξελίξεις και τα προβλήματα που βλέπουν το φως της δημοσιότητας τους φέρνουν προ τετελεσμένων και λειτουργούν πυροσβεστικά. Δυστυχώς τα παραδείγματα είναι πολλά και ολοένα αυξανόμενα. Ως Γραφείο Γυναικών εκφράσαμε πολλές φορές τις ανησυχίες μας, την απογοήτευση μας για την μη λήψη επαρκών μέτρων στήριξης της γυναικείας απασχόλησης όμως συνεχίζουμε τον αγώνα με στόχο τη δημιουργία συνθηκών ισότητας, ισοτιμίας και κοινωνικής δικαιοσύνης», τόνισε.

Από την έντυπη έκδοση του ΕΒ