Κοινό μέτωπο Συντεχνιών για προάσπιση της εργατικής Πρωτομαγιάς

522

Κοινή ανακοίνωση εξέδωσαν οι Συντεχνίες ΠΕΟ, ΣΕΚ, ΔΕΟΚ για την αργία της Πρωτομαγιάς επικρίνοντας έντονα την απόφαση του Συνδέσμου Υπεραγορών Κύπρου να ανοίξουν κατά βούληση οι υπεραγορές την Πρωτομαγιά.

«Ντροπή και ασέβεια προς τους θεσμούς και τους νόμους του Κράτους και της Δημοκρατίας, αποτελεί η στάση και η απόφαση του Συνδέσμου Υπεραγορών Κύπρου να ανοίξουν κατά βούληση οι υπεραγορές την Πρωτομαγιά», τονίζουν οι Συντεχνίες στην κοινή τους ανακοίνωση.

Σημειώνουν παράλληλα ότι η επιχειρηματολογία που χρησιμοποιείται στη βάση της πρόκλησης συνωστισμού του καταναλωτικού κοινού είναι τουλάχιστο αστεία, υποβαθμίζοντας το γεγονός πως, σε όλη της διάρκεια της πανδημίας, από την αρχή μέχρι και σήμερα, οι υπεραγορές δεν έμειναν ούτε λεπτό κλειστές. Αυτό το δεδομένο, είχε ως αποτέλεσμα, όχι μόνο την αύξηση της κερδοφορίας τους, αλλά και την καταπόνηση των εργαζομένων τους, οι οποίοι δικαιούνται να γιορτάσουν την παγκόσμια ημέρα των εργαζομένων και την αργία που συμπίπτει με το  Μεγάλο Σάββατο.

Το συνδικαλιστικό κίνημα προειδοποιεί παράλληλα ότι δεν αποδέχεται ούτε τελεσίγραφα αλλά ούτε και απειλές στη βάση της απόφασης του Συνδέσμου πως «αν δεν ανακληθεί η απόφαση, εμείς έχουμε αποφασίσει ότι τα μέλη μας τα οποία επιθυμούν να ανοίξουν θα το κάνουν κατά βούληση».

«Ούτε η πολιτειακή αναρχία ούτε βέβαια οποιοσδήποτε εργασιακός εκφοβισμός και αυταρχισμός δεν γίνεται αποδεκτός.»

ΣΕΚ, ΠΕΟ και ΔΕΟΚ, καλούν τον Σύνδεσμο Υπεραγορών να σεβαστεί την  Πρωτομαγιά τη μέρα των εργαζομένων και την απόφαση του Υπουργείου Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και  να επιδείξει προς τους εργαζόμενους τον οφειλόμενο σεβασμό.

«Είμαστε απόλυτα πεπεισμένοι πως, οι καταναλωτές οι οποίοι είναι και οι ίδιοι εργαζόμενοι, μπορούν να προσαρμόσουν τις καταναλωτικές τους ανάγκες ανάλογα, καθώς είναι ήδη εδώ και καιρό ενημερωμένοι για τη συγκεκριμένη απόφαση, επιδεικνύοντας αλληλεγγύη προς τους συναδέλφους τους, τιμώντας έτσι έμπρακτα το πνεύμα και το νόημα της εργατικής Πρωτομαγιάς.

Θα αναμέναμε  από ένα εργοδοτικό Σύνδεσμο ότι θα ήταν πιο σοβαρός και υπεύθυνος, έτσι ώστε να μην οδηγήσει τα μέλη του σε σύγχυση και άναρχη πράξη, αλλά την ίδια στιγμή ούτε και να θέσει τους εργαζόμενους όμηρους, ενώπιον απαράδεκτων  διλημμάτων. 

Το συνδικαλιστικό κίνημα θα συνεχίσει να παρακολουθεί τις εξελίξεις και αν χρειαστεί θα επανέλθει ακόμα πιο έντονα και αποφασιστικά  ώστε να εφαρμοστεί  αυτό που διαχρονικά έχει κατακτηθεί μέσα από τους εργατικούς αγώνες και  που προβλέπεται από τη νομοθεσία.»